Massimo Passamani – Τίποτα δεν έχω να προσφέρω

Θεωρώ πως, έως τώρα, είναι αρκετά προφανές πως έννοιες όπως μαχητικότητα και προπαγάνδα υπαινίσσονται έναν διαχωρισμό μεταξύ των ιδεών κάποιου και της καθημερινής του ζωής. Εκτός της επαίσχυντης εγγύτητάς του με τη στρατιωτική ορολογία, ο όρος “μάχιμος” παρέχει την εντύπωση μιας δισυπόστατης δραστηριότητας, μιας δημόσιας -ή και ανώνυμης- αυτοαναφορικής ενδυμασίας, εν είδη υποδείγματος επιβεβλημένης και επιτυχημένης θυσίας. Να “προπαγανδίζεις” σημαίνει να διαμορφώνεις συναινέση (η περιώνυμη πάλη για να προσηλυτίσεις τους ανθρώπους στην ιδέα). Για να το επαναλάβουμε με 10 λέξεις: Σημαίνει μετατροπή του εαυτού σου και άλλων σε μέσα επίτευξης ενός Τέλους, σε δεσμούς ενότητας με τον Σκοπό.

Τώρα, εφόσον δομείται μια νέα και ακόμη πιο δεσποτική ιδεολογία από την κριτική της ιδεολογίας, κανείς δεν απορεί με την αδυναμία των μαχητών και των προπαγανδιστών να βρουν απήχηση. Είναι πρόδηλο πως η εν λόγω διαδεδομένη “εχθρότητα” δεν είναι πρόθυμη να συγκεράσει τις ιδέες με τη ζωή εντός της. Αντιθέτως, συνιστά συνήθως το αποτέλεσμα της οριστικής επισφράγισης του άνωθεν διαχωρισμού.

Ακόμα και μεταξύ των αναρχικών, οι ψευδείς αντιθέσεις καταλήγουν να συσκοτίζουν το τοπίο.

Η αποκήρυξη της εξέγερσης και του ρίσκου στον πειραματισμό και τη δράση είναι που υποβόσκουν συνήθως πίσω από την άρνηση της μαχητικότητας και της πολιτικής. Άπλετη φλυαρία γύρω από τον πειραματισμό, μα οι “ζωντανοί” αναπαράγουν σε ό,τι αποκαλούν “καθημερινή ζωή” τη θρησκευτική ευσέβεια που τόσοι εξ αυτών διατείνονται πως απεχθάνονται. Όταν ένα εγχείρημα απαιτεί υπέρμετρη δέσμευση, όταν δεν εμφανίζονται αποτελέσματα, όταν είναι πολλά αυτά που διακυβεύονυαι, μπα, είναι όλα πολιτικαντισμός και προπαγάνδα. Καλύτερα να επιστρέψουμε στις συνηθισμένες μας πρακτικές (με μόνο πείραμα την μέθοδο του να επαναλαμβανόμαστε) στους χώρους μας και τις σχέσεις μας. Στην τελική δεν αληθεύει πως όλα αξίζει να καταστραφούν.

Ναι, ξέρω πως ανέκαθεν όσοι μιλούσαν για αλλαγή του κόσμου παρέλειπαν ν’ αλλάξουν ό,τι είναι πραγματικά σημαντικό: τη ζωή τους. Μα θα μπορούσε αυτό το έντονο και θελκτικό προαίσθημα να εκπέσει σε κοινοτοπία στην υπηρεσία μιας μεταμφιεσμένης παραίτησης; Και τότε, είναι πραγματικά εφικτό να ανακτήσουμε τις ζωές μας δίχως συνάμα να πειραματιζόμαστε με την κατεδάφιση αυτού του κόσμου; Το να επικαλούμαστε ένα Πριν και ένα Μετά σημαίνει πως αποδεχόμαστε τις εύκολες λύσεις που πάντα μας προσφέρονταν.

Παραδόξως, οι θλιβερές κυριακάτικες μοιρολογίστρες, οι επηρμένοι προφήτες της μεγάλης μέρας, είναι οι πρώτοι που θα μιλήσουν για το “εδώ και τώρα”. Αλλά το εδώ και τώρα το οποίο αναφέρουν στις ιστορίες τους δεν ταυτίζεται με το “όλα στο σήμερα” που λυσσομανά να πυρπολήσει όλες τις επισχέσεις και τους υπολογισμούς · είναι ένα ασήμαντο προϊόν του προοδευτισμού και της μαλθακότητας. Και τολμούν να μιλούν για αλλαγή της ζωής. Δύσμοιρε Ρεμπώ.

Δε σχεδίαζα όμως να μιλήσω περί αυτού. Θα επανέλθω για το συγκεκριμένο θέμα κάποια άλλη στιγμή μελλοντικά.

Αντ’ αυτού, θα επιθυμούσα να προβληματιστώ σχετικά με την δυνατότητα να τεθεί ένα τέλος στην λογική της προσκόλλησης.

Δεν είναι σπάνιο κάποιος ν’ ακούσει πως στους αναρχικούς κύκλους κανένας δεν αποβλέπει στον προσεταιρισμό άλλων, πως κανείς δεν ενδιαφέρεται να συσπειρώσει ακολουθητές. Αλλά συμβαίνει πραγματικά αυτό; Μήπως αποζητάται η συγκατάβαση ακόμα και με διαφορετικούς τρόπους; Επί παραδείγματι, δεν είθισται η “συνέπεια” ν’ αποτελεί μία μέθοδο να εμφανιστεί κάποιος ως “αξιόπιστος”;

Πιστεύω πως είναι εφικτό κάποια να εκφράσει τις ιδέες της και να δραστηριοποιηθεί δίχως να εγκλωβίζεται στις αλυσίδες της προσκόλλησης. Σημαντικό είναι διαδοθεί η αποφασιστικότητα κάποιου να κρίνει για τον εαυτό του και να δρα κατά συνέπεια, όχι ο ρόλος του. Ωστόσο, εμείς εξακολουθούμε σποραδικά να ισχυριζόμαστε πως συγκεκριμένες δράσεις απομακρύνουν “τον κόσμο” από ‘μάς. Εγώ θεωρώ πως αν κάποιος διακρίνει μια αντίφαση μεταξύ του τι λέω και τι πράττω, με την προϋπόθεση πως ενστερνίζεται τις αντιλήψεις μου, τότε ο ίδιος έχει την ευθύνη να λειτουργήσει διαφορετικά και “καλύτερα”. Στην περίπτωση που κάποια χάσει την πίστη της σ’ εμένα, θα λυπηθώ, κι αν λυπηθώ θά ‘ναι για την απώλεια της εμπιστοσύνης της και όχι γιατί αυτό ενδεχομένως θα ζημιώσει την αξιοπιστία των ιδεών που εκπροσωπώ. Όταν η ενότητα μεταξύ θεωρίας και πράξης κατευθύνεται στην απόσπαση αποδοχής, τότε πάντα αλλοτριώνεται. Τι αξία έχει να αυτοανακυρηχθεί κάποιος αναρχικός επειδή γνωρίζει για τη “συνεκτικότητα” των αναρχικών κι επιθυμεί να τους μιμηθεί;

Οι ιδέες δε γίνεται ν’ απομονωθούν από τους φορείς τους. Αλλά η ενότητα θεωρίας και δράσης ενός ατόμου δε θα έπρεπε να μετατρέπεται σε παράδειγμα για κάποιο άλλο. Πώς να το θέσω: Επιθυμώ να μεταφέρω τις ιδέες μου από τη θεωρία στην πράξη, αλλά για τον εαυτό μου, όχι αποβλέποντας στην μετάδοση των ιδεών μου σε άλλους.

Στην καλύτερη περίπτωση, ο “κόσμος” έχει συνηθίσει να προσλαμβάνει τις αναρχικές αντιλήψεις εν είδει προτάγματος με το οποίο καλείται να συμφωνήσει ή όχι. Αυτή η στάση οφείλει να θρυμματιστεί. Αυτό σημαίνει να μη ζητιανεύουμε αποδοχή προκειμένου να καταστρέψουμε τη διαμεσολάβηση, την αντιπροσώπευση και την εξουσία (που οφείλουμε να παραδεχτούμε πως πρόκειται για την αναζήτηση αποδοχής αυτούσια), αλλά, απεναντίας, να αρνηθούμε τον εκβιασμό της. Δεν έχουμε τίποτα να προσφέρουμε – και αυτό μας διαφοροποιεί.

Εντούτοις, συχνά εμφανίζεται μία σύγχυση μεταξύ της σαφήνειας των επιλογών κάποιου και της επικοινώνησής τους σε άλλους. Ενδιαφέρομαι να μοιραστώ τις ιδέες μου με άλλους, και μάλιστα με έναν κατάλληλο τρόπο ώστε να γίνουν καταληπτές. Αλλά το γεγονός πως τις καταλαβαίνουν δε συνεπάγεται πως συμφωνούν μαζί τους. Μπορεί να φαίνομαι κοινότοπος αλλά δεν είμαι. Πόσες φορές παρατηρούμε κάποιον να μιλά και να δρα με τέτοιον τρόπο ώστε οι άλλοι να συμφωνούν μαζί του, αλλά όχι ώστε να προσπαθεί να καταστήσει σαφείς και διακριτές τις αντιλήψεις και τις πράξεις του (μολονότι είμαι ο πρώτος έμφορτος με αμφιβολίες σχετικά με την έννοια της σαφήνειας);

Συνήθως, όσοι απαυδούν με την αναζήτηση οποιασδήποτε συγκατάνευσης, εγκαταλείπουν τη διάδοση και τη διάχυση των αντιλήψεών τους. Αλλά, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ορθώνουν μιαν άμυνα. Αντιθέτως, πιο επικίνδυνο είναι να επιμείνεις πεισματικά να εκφράζεις τον εαυτό σου και παράλληλα να μην προσκολλάσαι σε κάποιον άλλο (ή σε μία όμαδα). Οι προσκολλήσεις χρειάζεται να παγιοποιηθούν και να προστατευθούν (προς θεού, τα είδωλα!!), και αυτό καταλήγει να κονιορτοποιεί τη σκέψη και να σχηματοποιεί την δράση. Η αναζήτηση συγκατάθεσης (με τις χίλιες της μορφές) συνεπάγεται την προσαρμογή κάποιου στο επίπεδο όσων αποζητά την αποδοχή τους. Τοιουτοτρόπως, μετατρέπεται σ’ ένα κακοφτιαγμένο προϊόν για τους άλλους.

Συνεχίζουν όμως να μου λένε πως η αλλαγή είναι εφικτή μόνο μαζί με άλλους. Και είναι αλήθεια. Μόνο που αυτό το “μαζί”, για ‘μένα μεταφράζεται σε “η καθεμιά για τον εαυτό της”. Αναζητώ συνεργούς, όχι κοπάδια. Ειδάλλως, το μοναδικό που θα μοιραστούμε είναι η σκλαβιά.

Πηγή: More much more, συλλογή κειμένων του Ιταλού Αναρχοατομικιστή Massimo Passamani.

Μετάφραση: Consumimur Igni

Massimo Passamani – Σώμα και Εξέγερση

Σύνολη η ιστορία του δυτικού πολιτισμού δύναται να αναγνωσθεί ως μία συστηματική απόπειρα αποκλεισμού και απομόνωσης του σώματος. Από τον Πλάτωνα και ύστερα, αυτό, έχει ερμηνευθεί ανά διαφορετικές περιόδους ως παραφροσύνη απαραίτητο να ελεγχθεί, ως παρόρμηση για να κατασταλεί, ως εργατική δύναμη να κατανεμηθεί ή ως ασυνείδητο ώστε να ψυχαναληθεί.

Ο Πλατωνικός διαχωρισμός μεταξύ σώματος και πνεύματος, εφαρμοσμένος πάνω στην απόλυτη υπεροχή του τελευταίου (το σώμα είναι η φυλακή της ψυχής) πλαισιώνει ακόμα και τις φαινομενικά ριζοσπαστικότερες μορφές σκέψης.

Αυτή η θέση υποστηρίζεται από πολυάριθμα φιλοσοφικά γραπτά, από όλα ίσως με εξαίρεση όσα θεωρούνται ακόμα εξωγήινα στην ανθυγιεινή ατμόσφαιρα των πανεπιστημίων. Η ανάγνωση του Νίτσε και συγγραφέων όπως η Χάνα Άρεντ βρήκε την προσήκουσα σχολαστική συστηματοποίηση της (φαινομενολογική ψυχολογία, ιδέα της πολλαπλότητας). Εντούτοις, και μάλλον εξαιτίας των παραπάνω δεν πιστεύω πως το εν λόγω πρόβλημα οι επιπτώσεις του οποίου είναι αναρίθμητες και συναρπαστικές, έχει εξεταστεί σε βάθος.

Εξάλλου, μία πλήρης απελευθέρωση των ατόμων συνεπάγεται μία εξίσου εκ βάθρων ανασκευή της σύλληψης του σώματος, των εκδηλώσεων και των συσχετισμών του.

Ένεκα μιας σφυρηλατημένης χριστιανικής κληρονομιάς, οδηγούμαστε να πιστεύουμε πως η κυριαρχία ελέγχει και αλλοτριώνει ένα κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης δίχως ωστόσο να πλήττει την ενδότερη ουσία της (και υπάρχουν πολλά που μπορούν να ειπωθούν σχετικά με την διάκριση μεταξύ της υποτιθέμενης εσωτερικής ουσίας και των εξωτερικών συσχετισμών). Ασφαλώς, οι καπιταλιστικές σχέσεις και οι κρατικές επιταγές μολύνουν την ζωή, αλλά θεωρούμε πως οι οπτικές και η αντίληψη για τον εαυτό μας και τον κόσμο παραμένουν άθικτες. Οπότε ακόμα και όταν οραματιζόμαστε μία ριζική ρήξη με το υπάρχον είμαστε βέβαιοι πως το σώμα μας, όπως το συλλαμβάνουμε στο παρόν θα την πραγματοποιήσει.

Απεναντίας, εγώ πιστεύω πως το σώμα μας έχει υποστεί και εξακολουθεί να υφίσταται έναν ασύγκριτο ακρωτηριασμό. Και αυτό δεν συμβαίνει αποκλειστικά εξαιτίας πρόδηλων μορφών ελέγχου και αποξένωσης χορηγούμενους από την τεχνολογία (ότι τα σώματα έχουν υποβαθμιστεί σε δεξαμενές απομονωμένων οργάνων διαφαίνεται ανάγλυφα στον θρίαμβο της επιστήμης των μεταμοσχεύσεων, η οποία αποτυπώνεται με τον ύπουλο ευφημισμό ως το ”σύνορο της ιατρικής”. Αλλά για μένα η πραγματικότητα μοιάζει πολύ χειρότερη από το πως οι φαρμακευτικές εικασίες και η δικτατορία των γιατρών ως ένα ξέχωρο και πανίσχυρο σώμα την περιγράφουν). Το φαγητό που τρώμε, ο αέρας που αναπνέουμε και οι καθημερινές μας σχέσεις έχουν στομώσει τις αισθήσεις μας. Οι ανούσιες εργασίες, η επιτηδευμένη κοινωνικότητα και η οδυνηρή ασημαντότητα των καθημερινών φλυαριών μας καταβάλουν το πνεύμα αλλά και το σώμα αφού ουδείς διαχωρισμός δεν είναι εφικτός μεταξύ τους.

Η πειθήνια υπακοή στον νόμο και τα κατασταλτικά δίκτυα οριοθέτησης των επιθυμιών, η αιχμαλωσία των οποίων τις μετατρέπει σε οδυνηρά φαντάσματα του πρώην εαυτού τους αποδυναμώνουν τον οργανισμό με τον ίδιο τρόπο όπως η ρύπανση ή η υποχρεωτική φαρμακευτική αγωγή.

”Η ηθική είναι σημάδι εξάντλησης”, έγραφε ο Νίτσε.

Προκειμένου να ανακτήσει κάποιος την ζωή του, η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί συνεπάγεται έναν μετασχηματισμό των αισθήσεων αντίστοιχο των ιδεών και των σχέσεων.

Προσφάτως, κατέληξα να αντιλαμβάνομαι την ομορφιά, ακόμα και φυσιογνωμική, ανθρώπων που μου φαινόντουσαν προηγουμένως εντελώς αδιάφοροι ή ασήμαντοι. Όταν εξυψώνεις την ζωή σου και δοκιμάζεις τον εαυτό σου σε μία ενδεχόμενη εξέγερση παρέα με κάποιον, διακρίνεις στους συντρόφους σου όμορφες, ελκυστικές ατομικότητες αντί για θλιμμένα πρόσωπα και σώματα αποστερημένα της λάμψης τους στους λαβύρινθους της ρουτίνας και των εξαναγκασμών. Πιστεύω πως οι άνθρωποι κυριολεκτικά γίνονται όμορφοι (και όχι επειδή απλά εγώ τους παρατηρώ έτσι) όταν εκδηλώνουν τις επιθυμίες τους και ζουν έμπρακτα τις ιδέες τους.

Η ηθική αποφασιστικότητα κάποιου που περιφρονεί και επιτίθεται στις δομές της εξουσίας είναι μία θέση αντίληψης, μια στιγμή που κάποιος γεύεται την ομορφιά των συντρόφων του παράλληλα με την μιζέρια των υποχρεώσεων και των επιταγών. ”Εξεγείρομαι άρα υπάρχω”, είναι μία φράση του Καμύ που ποτέ δεν σταματά να με γοητεύει αφού ακόμα και μόνο ένας λόγος για να ζήσεις αρκεί και με το παραπάνω.

Απέναντι σε έναν κόσμο που παρουσιάζει τα ήθη ως αποκλειστικό πεδίο της κυριαρχίας και του νόμου, αντιπροτείνω πως δεν υφίσταται ηθική διάσταση εκτός της εξέγερσης, του ρίσκου και του ονείρου. Η συνθήκη της επιβίωσης στην οποία περιοριζόμαστε είναι αδικαιολόγητη επειδή αποκτηνώνει και ασχημαίνει.

Μόνο ένα διαφορετικό σώμα δύναται να κατανοήσει αυτήν την διευρυμένη έποψη μιας ζωής ανοιχτής στις επιθυμίες και την αμοιβαιότητα και μονάχα μια προσπάθεια με σκοπό την ομορφιά και το άγνωστο είναι ικανή να απελευθερώσει τα θωρακισμένα σώματά μας.

Massimo Passamani

Πηγή: More, much more – Μπροσούρα με κείμενα του Ιταλού εξεγερσιακού αναρχικού Massimo Passamani

Μετάφραση: Consumimur Igni

Μοραλισμός

Σημείωση: Το κείμενο εντοπίστηκε και μεταφράστηκε από τον μηδενιστικό ιστότοπο Antisocial Evolution

Ο μοραλισμός είναι η πεποίθηση πως πάσα ανθρώπινη ενέργεια είναι κατ’ ανάγκην ορθή ή εσφαλμένη. Απώτερος σκοπός όλων των ηθικών συστημάτων είναι ο επικαθορισμός της ανθρώπινης συμπεριφοράς διαμέσου της επιβολής απόλυτων σταθερών, σχεδιασμένων με τρόπο ώστε να στέκονται πέρα από το τόξο της εξέτασης και της κριτικής. Όλα τα ηθικά συστήματα παρουσιάζονται ως ο υπέρτατος κανόνας, ο απόλυτος νόμος, η δεσπόζουσα αρχή που επιβάλει σε όλους την κάθε στιγμή τι πρέπει και τι δεν πρέπει να εφαρμόσουν – ισχύουσα για κάθε ανθρώπινο ον ανεξαιρέτως.

Προκειμένου να κατανοήσουμε το πως η ηθική λειτουργεί σαν ένας μηχανισμός Ελέγχου, κρίνεται χρήσιμο να αποδελτιώσουμε τις ψυχολογικές διαδικασίες θεμελίωσης ηθικών κώδικων και τις αιτιολογήσεις που χρησιμοποιούνται για να διεκδικήσουν καθολική υπακοή σε αυτούς. Μέχρι πρόσφατα, μία εκ των κοινών αξιώσεων ήταν η επίκληση στον θεό και πράγματι στις μέρες μας το φαινόμενο αυτό δεν έχει εξαφανιστεί οριστικά. Ο επικαλούμενος θεός μας ορίζει τι είναι σωστό και τι λάθος, ή έτσι διατείνεται το δόγμα. Tα μεταφυσικά αυτά προιόντα της φαντασίας συγκροτούνται σε κανόνες που οφείλουμε εμείς να υπακούσουμε, ειδάλλως ο θεός αυτός θα μας τιμωρήσει φρικτά. Απειλώντας όμως τους ανθρώπους τοιουτοτρόπως, ο ηθικιστής μετέθεσε την ερώτηση από το πεδίο της ηθικής σε αυτό της σκοπιμότητας, στο να αποφεύγουμε τις οδυνηρές συνέπειες μιας άρνησης υποταγής σε κάποιον ή κάτι ισχυρότερο από εμάς.

Φυσικά, υπάρχουν αυτοί που δεν πιστεύουν στον θεό, παρά το γεγονός ότι πιστεύουν στην ηθική. Αυτοί οι ανθρωπιστές ηθικολόγοι αναζητούν μία επικύρωση για τα ηθικά τους συστήματα σε κάποια εναλλακτική κατασκευασμένη ιδέα: Το κοινό καλό, η τελεολογική σύλληψη της ανθρώπινης προόδου, οι ανάγκες της ανθρώπινης κοινότητας, τα φυσικά δίκαια και πάει λέγοντας. Μια κριτική προσέγγιση αυτών των αιτιολογήσεων της ηθικής αναδεικνύει πως στην βάση τους δεν βρίσκεται τίποτα παραπάνω απ’ ότι στην κλασική ” θεϊκή θέληση”. Έννοιες όπως ”κοινό καλό” ή ” κοινωνική ευημερία” συνιστούν αμιγώς βερμπαλιστικά κομμάτια ρητορικής, χρήσιμης στην μεταμφίεση των ειδικών στοχεύσεων αυτών που τα επικαλούνται.

Είναι ακριβώς η μεταμφίεση αυτών των ιδιαίτερων στοχεύσων σε ηθικούς νόμους πίσω από την ιδεολογική μασκαράτα της ηθικότητας. Τα ηθικά συστήματα λειτουργούν σαν παραπέτασμα για τους αληθινούς σκοπούς και κίνητρα, αποτελώντας σχεδόν πάντοτε λαθρόβια ” θέληση για δύναμη”. Ξεπλύντε τα στιλπνά σχεδιαγράμματα όλων των Ηθικών Σωτήρων της Ανθρωπότητας στο οξύ της αδρής ανάλυσης και δείτε το κρυμμένο στην περγαμηνή αχνάρι: Μια επιθυμία για επιβολλή ενός συγκεκριμένου τρόπου δράσης πάνω σε όλους, μια επιθυμία για κυριαρχία και καταπίεση. Υπάρχει μονάχα, όταν, σε ορισμένους τόπους και χρόνους, με όρους ωμής βίας ή υπέρτερης πονηριάς, κάποιοι κατορθώνουν να υποτάξουν τους άλλους στην δική τους ηθική ερμηνεία, που μία μοναδική ηθικότητα θριαμβεύει, κατανοείται και ακολουθείται από όλους, όπως συνέβη τον Μεσαίωνα όταν η Καθολική Εκκλησία διάλυσε τα σχίσματα υπό την δική της ενότητα ή όπως διακρίνουμε σήμερα να εκτυλίσσεται η κατάσταση σε επιμέρους τμήματα του Ισλαμικού κόσμου.

Από τις πλέον διαδεδομένες χρήσεις των ηθικών μύθων είναι να προσθέτουν γαρνιτούρα στα ήδη ανούσια πιάτα της πολιτικής. Μετατρέποντας ακόμα και τις πιο μηδαμινές πολιτικές επιδιώξεις σε ηθικές σταυροφορίες, ο καθένας μπορεί να είναι βέβαιος για την στήριξη των εύπιστων, των μνησίκακων και των ζηλόφθονων, ενόσω προμηθεύει με ψευδο-δύναμη τους αδύναμους και τους διστακτικούς. Μολονότι είναι αναμενόμενο από όσους αποσκοπούν στην κυριαρχία των άλλων να επικαλούνται ηθικά κηρύγματα στην προσπάθεια τους να μεταπείσουν ( ή να εξολοθρεύσουν ) τους ιδεολογικούς αντιφρωνούντες ή τους κριτικούς εικονοκλάστες, είναι βαθιά αποκαρδιωτικό να παρατηρείς αυτοαποκαλούμενους αναρχικούς να πραγματοποιούν την ίδια φάρσα με την μορφή πολιτικά ορθών λόγων, διατροφικών περιορισμών, καταναλωτικών επιλογών, δογματικών κοινωνικών εθίμων και αυτοδίκαιων δουλικών ηθικών όπως ο πασιφισμός. Είναι δύσκολο να φανταστείς κάτι περισσότερο ευτελές, πιο απελπιστικά κοινότοπο από το να βρεθεί μια αντιεξουσιαστική εξέγερση σε αυτήν την ηθικότητα, πάραυτα οι αναρχικοί το κάνουν συνεχώς εις βάρος της δικής τους πάλης και της αξιοπιστίας.

Ο Εγωισμός – ο συνειδητός εγωισμός – δεν είναι ούτε ηθικός ούτε και ανήθικος. Στέκεται πέρα από το ”καλό και το κακό”. Είναι αήθικος. Ένας εγωιστής μπορεί να είναι ειλικρινής ή υποκριτής, διακριτικός ή αγενής, γενναιόδωρος ή απηνής σύμφωνα με την φύση του, τα γούστα του, τις ροπές του ή τις περιστάσεις και με δική του ευθύνη αλλά δεν είναι υπόλογος σε τίποτα από τα προαναφερθέντα. Μπορεί να συμπερφερθεί με τρόπο που η ηθική χαρακτηρίζει ως ” καλό” ή το αντίθετο αλλά το πράττει έχοντας ο ίδιος καταλήξει έπειτα από κριτική σκέψη ότι έχει όφελος να πράξει έτσι ή αλλιώς και όχι επειδή κατέχεται από το φάντασμα της ηθικής ή της ανηθικότητας.

Όσο ο μοραλιστής τείνει να βλέπει διαμάχες μεταξύ ατόμων ( κατά συνέπεια ομάδων και συνόλων ) υπό το πρίσμα του ”ορθού” και του ”λάθους”, ο εγωιστής ποτέ δεν θεωρεί κάποια αντιμαχόμενη πλευρά σωστή ή λάθος από ηθικής απόψεως. Η κάθε μια απλώς επιδιώκει την πραγμάτωση του προγράμματος της και αν η διένεξη δεν μπορεί να επιλυθεί διαφορετικά θα υπάρξει προσφυγή στην ωμή βία. Γιατί προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, απορρίπτοντας την ιδέα της ηθικής ο εγωιστής δεν εξαιρεί την ”βία”. Μήτε σχηματίζει κάποια ιερή διαχωριστική γραμμή μεταξύ της εναρκτήριας βίας και της αντιβίας. Όποια μέθοδος κι αν εφαρμοστεί πρόκειται για ένα τεχνητό μέσο επικράτησης ούτως ώστε να δωθεί ένα τέλος στην διαμάχη και για τον εγωιστή δεν υπάρχει κανένας ηθικός νόμος που να απαγορεύει την βία και στον οποίο η θέληση για προσωπική κυριαρχία να υπόκειται.

Για τον συνειδητό εγωιστή η ανυπαρξία της ηθικής τάξης είναι τόσο δεδομένη όσο και το ότι δύο και δύο κάνουν τέσσερα και από την άποψη αυτή ο εγωισμός υπερβαίνει τα όρια των πιο αναίσχυντων αναρχικών εικασιών σχετικά με την ατομική κυριαρχία επιδρώντας σαν ένα ισχυρό διαλυτικό για μια φαντασία περιφραγμένη από θεωρίες ”ορθού” και ”λάθους”. Μόνο έχοντας ερευνήσει ολότελα τον ορίζοντα του αμοραλισμού – το εναπομείνον κενό εν απουσία καλού και κακού ή άλλης μεταφυσικής αρχής – το άτομο έρχεται αντιπρόσωπο με μία αναζωογονητική και τρομερή ελευθερία, οπού Τίποτα δεν είναι Αληθινό και Όλα Επιτρέπονται.

Μετάφραση: Horizontal Mortem (Σύμπραξη Αναρχικών – Consumimur Igni)

Κανένας δεν έρχεται να σε σώσει σύντροφε

Κανείς δεν έρχεται να σε σώσει σύντροφε.

Κανένας.

Δεν αχνοφαίνεται επανάσταση στον ορίζοντα. Kανένα κόμμα, καμία μεγάλη ιδέα που επιτέλους θα αφυπνίσει την ουσία της ανθρωπότητας και θα μας ελευθερώσει από τις αλυσίδες μας.

Δεν υπάρχει προτωπορεία, σκοπός, καμία απόκρυφη μέθοδος εύχρηστη σε όλους μας, ώστε να ωθήσουμε τους ισχυρούς να παραιτηθούν στην μοίρα της καθημερινής ύπαρξης.

Υπήρξαν υποκριτές. Υπάρχουν κύρηκες, νταβάδες και ψευδείς θεοί που σε προτρέπουν να τους υμνήσεις. Θα σε προμηθεύσουν με άχρονες αλήθειες και αθάνατες προσωπικότητες, θα σε διαβεβαιώσουν πως αν αρκετοί άνθρωποι φορούσαν σωστή στολή ή ομιλούσαν με τον ορθό τρόπο όλα θα έβαιναν καλώς.

Υπάρχουν αυτοί φυσικά που σου αρνούνται ακόμα και αυτό, αρνητές κάθε πράξης στερουμένης σχολαστικού σχεδιασμού έως και της τελευταίας λεπτομέρειας. Ποιος θα διαχειριστεί τα σχολεία; Ποιος θα χτίσει δρόμους;

Θα χαρακτηρίσουν τα σχέδια σου αιθεροβάμοντα, αβάσιμα, μη πρακτικά, μια εξεγερσιακή ονείροξη.

Θα το δηλώσουν αυτό μισοκοιμησμένοι.

Αυτόι, τόσο σοφοί χασμουριούνται λέγοντας πως περιμένουν τον λαό να ξεσηκωθεί. Ο λαός ξεσηκώθηκε και συνετρίβη. Το occupy απέτυχε, το standing rock απέτυχε.Ότι απέμεινε είμαι εγώ και εσύ.

Αυτοί, τόσο ισχυροί χασμουριούνται λέγοντας πως αναμένουν να αναγνωριστούν τα δικαιώματα τους, το δικαίωμα να συνδιαλέγονται ή το δικαίωμα να ψηφίζουν μία αδιόρατη γραμμή που ούτε οι ίδιοι δεν πρόκειται να τηρήσουν. Που βρισκόντουσαν όλοι αυτοί στην εμφάνιση της πατριωτικής κίνησης ή του NDAA; Παραπονέθηκαν, μουρμούρησαν, ηττήθηκαν.

Διατείνονται πως προσμένουν ένα καινοφανές γεγονός σε έναν κόσμο με εκατομμύρια όμοιους τους καθημερινά. Κάθε μέρα τα κριτίρια αλλάζουν, κάθε μέρα βαλτώνουν και γερνάνε περισσότερο.

Όλοι περιμένουν μα κανένας δεν επιθυμεί να αρχίσει, όλοι θέλουν να συμμετάσχουν μα κανένας δεν θέλει να δημιουργήσει. Όλοι αδυμονούν για μία μεγάλη και γενικευμένη εξέγερση αλλά δοκίμασε να βουτήξεις ένα μήλο ή να κάψεις ένα μπατσικό και μονομιάς θα σε βαφτίσουν ”ερασιτέχνη”.

Όλοι πιστεύουν πως η αλλαγή κρύβεται στο επόμενο στενό, πως θεϊκές δυνάμεις θα μας κατευθύνουν με τον ορθό τρόπο. Όλοι είναι πεπεισμένοι πως ο χρόνος είναι με το μέρος μας, πως τα καλά κορίτσια πάντα θα νικούν και ότι τα πράγματα δεν πρόκειται να διατηρηθούν ως έχουν για πολύ ακόμα. Όλοι υποστηρίζουν ότι μια επανάσταση δίχως αιματοχυσίες και τραγωδίες είναι δυνατή, ότι όλοι θα ακουστούν και θα ενδιαφερθούν.

Όλοι είναι βέβαιοι πως η επανάσταση θα καταφτάσει σαν μια αγορά από το Amazon: γρήγορα, τακτοποιημένα και έτοιμη για χρήση στην εξώπορτα του σπιτιού τους. Έχουν παιδιά βλέπεις και πρέπει να τα θέσουν ως προτεραιότητα, αλλά ευχαρίστως θα στηριχτούν πάνω σου αν χαράξεις πορεία ώστε να βαδίσουν.

Όλοι περιμένουν. Περιμένουν κάτι. Περιμένουν κάποιον, κάποιον να τους σώσει.

Δεν θα έρθουν να σε σώσουν σύντροφε.

Κανείς δεν θα έρθει.

Αυτοί οι άνθρωποι θα πεθάνουν ακριβώς όπως έζησαν. Θα συνεχίσουν να στέκονται εκεί που βρίσκονται, στον καναπέ παίζοντας τους ρόλους τους στο διαδίκτυο αφού δεν τους κοστίζει τίποτα. Όπως το gang ball συνοδεύει διάφορες ξεχωριστές βραδιές η πολιτική είναι το κινκ που του κάνει να νιώθουν οι ίδιοι ξεχωριστοί.

Πάντα μιλούν με ιδιαίτερη θέρμη για τα συναισθήματα τους, για το πόση αλληλεγγύη προσφέρουν και χρειάζονται. Κάθε φορά που ένα έγχρωμο παιδί κείτεται σε μία λίμνη από το δικό του αίμα αισθάνονται πραγματικά άσχημα. Ειλικρινά. Αλλά έχουν δουλειές βλέπεις, και οικογένειες, τηλεοπτικές σειρές να παρακολουθήσουν και αυτοκίνητα να διατηρήσουν.

Θα λυπηθούν για σένα σύντροφε όταν θα χάσεις την δουλειά σου. Θα καλέσουν σε γενική απεργία φτιάχνοντας αφίσες, κονκάρδες και καρφίτσες. Υπό την προυπόθεση πως είναι σαββατοκύριακο εκτός της περιόδου των διακοπών φυσικά και με τα απαιτούμενα χρονικά αποθέματα, ώστε να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες συζητήσεις επί του θέματος.

Αναπτύσσονται μέχρις ότου να γεράσουν, αυτοί οι άνθρωποι, ευτυχισμένοι με την ιδέα πως αν διέθεταν την ευκαιρία θα πραγματοποιούσαν κάτι εξαίσιο. Δεν θα έχουν βαρύθυμες αλλά ευάρεστες μικρές κηδείες, όπου θα γιορτάζουν τις μέτριες ζωές τους, κομπάζοντας για το πόσο ”γενναίοι” υπήρξαν και πόσο ”σκληρά” πολέμησαν για την ελευθερία.

Το ποιος δεν αναφέρεται ποτέ. Το πως και που, μέσω επιδέξιων υπεκφυγών δεν τίθεται ως θέμα συζήτησης.

Υπάρχουν εκατομμύρια σαν αυτούς σύντροφε. Πάντα υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Θα γεννιούνται ώστε να σπαρταρίσουν τριγύρω για λίγο και σύντομα να επιστρέψουν πίσω στην τρύπα  από την οποία αναδύθηκαν.

Αναμένουν κάτι να ακολουθήσουν, σε συνεχή επιφυλακή να βρουν κάτι να συμμετάσχουν και περιμένουν υπομονετικά κάποιον να σπρώξει τροφή στο στόμα τους βοηθώντας τους έπειτα να την μασήσουν.

Θα τους περιμένεις εσύ σύντροφε;

Θα περιμένεις του ίδους ανθρώπους που προτιμούν να υποφέρεις ή να πεθάνεις προκειμένου να συνεχίσουν να παίζουν απρόσκοπτα risk;
Θα περιμένεις τους ίδιους ανθρώπους που δεν διατίθενται να σηκώσουν ούτε το δάχτυλο τους να σε βοηθήσουν έως ότου διαβεβαιωθούν πως η ασφάλεια τους είναι εγγυημένη και ο λόξυγγας έχει επεξεργαστεί;
Θα περιμένεις λανσάροντας σχέδια ώστε να πείσεις αυτούς που χρειάζονται πίστη, που δεν πρόκειται να κουνηθούν ίντσα μέχρι να σιγουρευτούν πόσα δέντρα θα φυτευθούν σε κάθε σχολείο, όταν ξαφνικά ελευθερωθεί, για τους κουφούς και τους τυφλούς;
Θα περιμένεις τους ανθρώπους που βαφτίζουν τις πράξεις σου αμαρτωλές καθώς γονατίζουν μπροστά στα γκλοπ των μπάτσων;
Θα περιμένεις όλον τον πλανήτη να συμφωνήσει με μια ιδέα; με ένα πρωτόφαντο ιστορικά οικουμενικό γεγονός;

Είσαι προετοιμασμένος αγαπητέ σύντροφε να πεθάνεις όπως αυτόι, πριτριγυρισμένος από προσφορές φθηνών πάρτυ και ακόμα φθηνότερης μουσικής καθώς οι φίλοι σου τραγουδούν ύμνους  σε μια κοινότυπη ύπαρξη;

Ή θα δράσεις;

Μην με περνάς για ανόητο σύντροφε, όπως με την σειρά μου ελπίζω να μην είσαι εσύ. Δεν θέλω να πεθάνω και σίγουρα δεν θέλω να καταλήξω στην φυλακή. Δεν έχω κάποιο ώφελος γινόμενος μάρτυρας διότι θέλω να είμαι ελέυθερος όπως θέλεις και εσύ.

Αλλά αν είσαι έτοιμος να δράσεις, να παραμερίσεις τους δισταγμούς και πραγματικά να χτίσεις τότε ίσως έχουμε κάποια ελπίδα. Εσύ και εγώ. Δεν πρόκειται να ξανααναφερθώ στους άλλους.

Τι θα γινόταν αν εστιάζαμε στην δική μας απελευθέρωση; Τι θα γινόταν αν κατασκευάζαμε τις αναγκαίες κατ’ εμάς δομές; Τι θα γινόταν αν αντί να συζητούσαμε για το χρώμα στις σημαίες και το στυλ μαλλιών συνδιαλεγόμασταν πάνω στο τι καλλιέργιες θα φυτεύαμε ή τι καταστήματα θα ληστεύαμε; Τι θα γινόταν αν δημιουργούσαμε μια ένωση, μια συμμορία, αφοσιωμένη στο κυνήγι της ελευθερίας; Τι θα γινόταν αν σταματούσαμε να επιχειρηματολογούμε διαδικτυακά και ξεκινούσαμε να γίνουμε πραγματικοί σύντροφοι, σύντροφοι οι οποίοι θα προστατέψουν ο ένας τον άλλον από τους μπάτσους και θα πρόσφεραν καταφύγιο;

Τι θα γινόταν αν μπορούσαμε να βασιστούμε αμφότεροι ο ένας στον άλλον σε τέτοιο βαθμό ώστε να ένιωθα ασφαλής όπου κι αν πήγαινα επειδή ένα πλήγμα στον έναν θα μεταφραζόταν ως πλήγμα και στον άλλον;  Τι θα γινόταν αν δεν περιμέναμε για έναν αποκαλυπτικό, ολοκληρωτικό πόλεμο και αντιθέτως εξαπολύαμε τον δικό ΜΑΣ πόλεμο καθημερινά, έναν πόλεμο ενάντια σε ότι μας υποδουλώνει;

Τι θα γινόταν αν επιδιώκαμε όλα αυτά; Τι θα γινόταν αν απομακρύναμε τις ιδεολογικές θεωρίες και  επικεντρώναμε σε όλα αυτά; Γιατί όχι; Γιατί να περιμένουμε;

Κανείς δεν πρόκειται να μας σώσει σύντροφε.

Κανείς.

Έτσι εξαρτάται από εσένα και εμένα.

Πηγή: https://theconjurehouse.com

Μετάφραση: Ηorizontal Mortem (Σύμπραξη Αναρχικών – Consumimur Igni)

Αντιμετωπίστε το, οι πολιτικές σας είναι βαρετές μέχρι αηδίας

Κείμενο ανώνυμου που είχε αποθηκευτεί σε αρχείο με την πηγή του να έχει χαθεί

Ξέρετε πως είναι αλήθεια. Ειδάλλως γιατί όλοι συστέλλονται όταν ειπώνεται η λέξη; Γιατί το ακροατήριο στις συναθροίσεις συζήτησης πάνω στην αναρχοκομμουνιστική θεωρία έχει πέσει πρωτοφανώς χαμηλά; Γιατι το καταπιεσμένο προλεταριάτο δεν έχει εκλογικευτεί ακολουθώντας σας στον αγώνα για παγκόσμια ελευθερία;

Ίσως μετά από χρόνια προσπάθεια να τους διδάξετε σχετικά με το καθεστώς εκμετάλλευσης τους καταλήξατε στο να τους κατηγορείτε για την κατάσταση τους. Πρέπει να θέλουν να κείτονται κάτω από την μπότα της καπιταλιστικής επέκτασης, διαφορετικά, γιατί δεν επιδεικνύουν ενδιαφέρον για τα πολιτικά αίτια; Γιατί δεν έχουν σηκωθεί από τα έπιπλα τους να ψάλλουν συνθήματα σε προσεκτικά σχεδιασμένες και ενορχηστρωμένες διαδηλώσεις και να συχνάζουν σε αναρχικά βιβλιοπωλεία; Γιατί δεν έχουν αφιερωθεί στο να κατανοήσουν ολοκληρωτικά την απαραίτητη ορολογία για μια γνήσια κατανόηση των περιπλοκών της Μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας;

Η αλήθεια είναι ότι οι πολιτικές σας τους φαίνονται βαρετές διότι είναι πραγματικά αδιάφορες. Γνωρίζουν ότι οι παρωχημένοι τρόποι διαδήλωσής σας – οι πορείες, τα σύμβολα και οι μαζώξεις – είναι πλέον ανύμπορες να παράξουν μία ριζική αλλαγή διότι έχουν μετατραπεί σε ιδιαίτερα προβλέψιμο στοιχείο του κατεστημένου. Γνωρίζουν ότι η Μετα-Μαρξιστική εξειδικευμένη διάλεκτος είναι απωθητική επειδή συνιστά μια γλώσσα αμιγώς ακαδημαϊκών διενέξεων, όχι ένα όπλο ικανό να υπονομεύσει συστήματα ελέγχου. Γνωρίζουν ότι οι εσωτερικές φαγωμάρες, οι πολυσχιδείς ομάδες και οι ατέρμονες διαμάχες πάνω από εφήμερες θεωρίες δεν μπορούν ποτέ να επηρρεάσουν την πραγματικότητα που βιώνουν από μέρα σε μέρα. Γνωρίζουν πως ασχέτως του ποιος είναι στο γραφείο, των εγγεγραμένων στα εγχειρήδια νόμων, του -ισμού στην σκιά του οποίου παρελαύνουν οι ακαδημαϊκοί, το περιεχόμενο της ζωής τους θα παραμείνει αναλοίωτο. Γνωρίζουν ( γνωρίζουμε ) πως η ανία μας είναι απόδειξη πως αυτές οι ”πολιτικές” δεν είναι το κλειδί για έναν γνήσιο μετασχηματισμό της ζωής. Γιατί οι ζωές μας είναι ήδη αρκετά βαρετές.

Και το καταλαβαίνετε και εσείς. Για πόσους από εσάς η πολιτική συμμετοχή είναι υποχρέωση; Μια ενασχόληση λόγω αισθήματος καθήκοντος, όταν στο βάθος της καρδιάς σας βρίσκονται εκατομμύρια πράγματα που θα προτιμούσατε να κάνετε; Η εθελοντική σας εργασία αποτελεί την αγαπημένη σας δραστηριότητα ή την πραγματοποιείτε λόγω μιας αίσθησης υποχρέωσης; Γιατί θεωρείτε πως είναι τόσο δύσκολο να προθυμοποιήσετε τους άλλους να δράσουν όπως εσείς; Μήπως, πάνω απ’ όλα ένα αίσθημα ενοχής σας ωθεί να επιτελέσετε το ”καθήκον” σας με το να είστε πολιτικά ενεργοί; Ίσως να φτιασιδώνετε την ”εργασία” σας προσπαθώντας ( συνειδητά ή όχι ) να μπλέξετε με τις αρχές ώστε να συλληφθείτε; Όχι γιατί θα εξυπηρετήσετε πρακτικά τον σκοπό σας αλλά για να κάνετε τα πράγματα περισσότερο συναρπαστικά, να ανακτήσετε λίγο από τον ρομαντισμό του πολυτάραχου παρελθόντος που έχει προ πολλού ξεφτίσει. Έχετε αισθανθεί ποτέ να συμμετέχετε σε μια τελετουργία, μια πολυετή-καθιερωμένη παράδοση διακοσμητικών διαδηλώσεων που συνεισφέρουν αποκλειστικά στην ενίσχυση της θέσης του δημοσίου; Έχετε ποτέ μύχια επιθυμήσει να διαφύγετε από το τέλμα και την ανία των πολιτικών σας καθηκόντων;

Δεν προκαλεί έκπληξη το ότι κανένας δεν σας ακολουθεί στους πολιτικούς σας αγώνες. Ίσως να επαναλαμβάνετε στους εαυτούς σας πως είναι μια επώδυνη και άχαρη εργασία αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει. Η απάντηση είναι ξεκάθαρα ΟΧΙ.

Για την ακρίβεια μας προκαλείτε αληθινή φθορά με τις κουραστικές και ανιαρές πολιτικές σας. Γιατί στην πραγματικότητα τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από την πολιτική. Όχι την πολιτική της Αμερικάνικης ”δημοκρατίας” και του συντάγματος για το ποιος θα εκλεγεί κυβερνήτης να υπογράφει τους ίδιους φόρους και να διαιωνίσει το ίδιο σύστημα. Όχι την πολιτική της αναρχικής υποκουλτούρας του ” ασχολήθηκα με την ριζοσπαστική αριστερά διότι απολαμβάνω να υπεκφεύγω πάνω σε ασήμαντες λεπτομέρειες και να γράφω ρητορικά για κάποια ανέφικτη ουτοπία”. Όχι την πολιτική των ηγετίσκων ή των ιδεολογιών που απαιτούν να πραγματοποιήσεις θυσίες για ”τον σκοπό”, αλλά την πολιτική των καθημερινών μας ζωών. Όταν διαχωρίζεις την πολιτική από τις άμεσες, καθημερινές εμπειρίες των μεμονωμένων αντρών και γυναικών τότε αυτή γίνεται εντελώς αδιάφορη. Πράγματι, μετατρέπεται σε ιδιωτική κτήση πλούσιων, άκαπνων διανοητών οι οποίοι, προβληματίζουν τους εαυτούς τους με τέτοιου είδους θλιβερές θεωρητικολογίες. Όταν εμπλέκεις τον εαυτό σου στην πολιτική εξαιτίας ενός αισθήματος καταναγκασμού και κάνεις την πολιτική δράση μια πληκτική ευθύνη αντί για ένα συναρπαστικό παιχνίδι που αξίζει τον κόπο καθ’ αυτό, απομακρύνεις ανθρώπους των οποίων οι ζωές είναι ήδη υπερβολικά βαρετές για περαιτέρω πλήξη. Όταν καθιστάς την πολιτική ένα άψυχο αντικείμενο, μια ανιαρή διαδικασία, μια απαίσια αγγαρεία τότε αυτή μεταποιείται σε ακόμα ένα φορτίο στις πλάτες των ανθρώπων αντί για ένα μέσο απομείωσης των ήδη υφιστάμενων. Και τοιουτοτρόπως καταστρέφεις την έννοια της πολιτικής για τους ανθρώπους που θα όφειλε να είναι θέμα βαρύνουσας σημασίας. Για όλους αυτούς που έχουν όφελος να στοχαστούν τις ζωές τους, να αναρωτηθούν τί θέλουν από την ζωή και πώς να το πάρουν. Αλλά κάνετε την πολιτική να μοιάζει με ένα μίζερο, αυτοαναφορικό, ανούσιο μεσοαστικό παιχνίδι, ένα παιχνίδι δίχως συνάφεια με τις πραγματικές ζωές που βιώνουν.

Τί θα όφειλε να αποκαλείται πολιτική; Το κατά πόσο απολαμβάνουμε την διαδικασία εξασφάλισης τροφής και στέγης. Το αν προσλαμβάνουμε τις καθημερινές μας συναναστροφές με φίλους, γείτονες και γνωστούς ως ικανοποιητικές. Το αν έχουμε την ευκαιρία να ζούμε κάθε μέρα με τον τρόπο που επιθυμούμε. Και η πολιτική δεν θα έπρεπε να εγκλωβίζεται σε απλές συζητήσεις αυτών των αποριών αλλά να επεκτείνεται στην δραστηριοποίηση για την επίλυση τους στο παρόν. Δραστηριοποίηση από μόνη της διασκεδαστική, συναρπαστική, ευχάριστη – διότι η πολιτική δράση που είναι ανιαρή, πληκτική και καταπιεστική μπορεί μόνο να αναπαράγει ανία, πλήξη και καταπίεση στις ζωές μας. Όχι άλλος χρόνος σπαταλημένος σε αδιάφορες συζητήσεις όταν την επόμενη μέρα πρέπει πάλι να συρθούμε για δουλειά. Όχι άλλες προβλέψιμες τελετουργικές διαδηλώσεις τις οποίες οι αρχές γνωρίζουν πολύ καλά πως να αντιμετωπίσουν. Όχι άλλες μονότονες διαδηλώσεις ως τρόπο να περάσεις ένα ακόμα σαββατιάτικο απόγευμα, απωθητικές ακόμα και για επαγγελματίες εθελοντές. Αναμφίβολα αυτά δεν θα μας βγάλουν πουθενά. Ποτέ ξανά δεν θα θυσιάσουμε τους εαυτούς μας γι’ αυτόν τον σκοπό. Γιατί εμείς αυτούσιοι, η ευτυχία στις δικές μας ζωές και τις ζωές των συντρόφων μας πρέπει να είναι ο σκοπός.

Αφού κάνουμε την πολιτική σχετική με εμάς και διασκεδαστική, τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν. Αλλά από μια θλιβερή, αμιγώς θεωρητική και τετριμμένη πολιτική, τίποτα πολύτιμο δεν θα προκύψει. Αυτό δεν συνεπάγεται με την διαπίστωση πως δεν θα έπρεπε να επιδεικνύουμε ενδιαφέρον για την ευημερία ανθρώπων, ζώων ή περιοχών που δεν συνδέονται απευθείας με την ημερήσια ύπαρξη μας. Αλλά τα θεμέλεια της πολιτικής μας επιβάλλεται να είναι συμπαγή. Πρέπει να είναι άμεση, πρέπει να είναι εμφανές στον καθένα το γιατί αξίζει την προσπάθεια, πρέπει να είναι ευχάριστη. Πώς να επιτελέσουμε θετικά έργα για τους άλλους αν οι ίδιοι δεν απολαμβάνουμε τις ζωές μας;

Για να το συγκεκριμενοποιήσουμε όμως:

Ίσως έχει έρθει η ώρα να αναδειχθεί μια καινούρια λέξη για την ”πολιτική” εφόσον έχετε παράξει έναν τόσο βλάσφημο ορισμό μέσα από τον αρχέτυπο. Γιατί κανείς δεν θα έπρεπε να εκτοπίζεται όταν συζητάμε τρόπους δράσης για την βελτίωση των ζωών μας. Και έτσι, συνοψίζοντας σας παρουσιάζουμε τα προτάγματα μας, τα οποία είναι αδιαπραγμάτευτα και πρέπει να διεκπεραιωθούν το συντομότερο δυνατόν διότι δεν πρόκειται να ζήσουμε για πάντα. Έτσι δεν είναι;

1) Κάντε τα πολιτικά θέματα να συνάδουν με την καθημερινή εμπειρία της ζωής που βιώνουμε. Όσο απομακρύνεται το πολιτικό διακύβευμα από την καθημερινότητα μας, τόσο το λιγότερο θα μας απασχολεί. Όσο ανεδαφικά και αβάσιμα δείχνουν τόσο ανιαρή θα είναι η πολιτική.

2) Σύνολη η πολιτική δραστηριότητα οφείλει να είναι ευχάριστη και συναρπαστική η ίδια. Δεν μπορείς να διαφύγεις από την πλήξη με περισσότερη πλήξη.

3) Η επίτευξη των 2 πρώτων στόχων απαιτεί την δημιουργία ολότελα νέων προσεγγίσεων και μεθόδων. Οι τωρινές είναι παρωχημένες και απαρχαιομένες. Ίσως μάλιστα ποτέ δεν ήταν οι προσήκουσες και γι’ αυτό ο κόσμος μας έχει αυτήν την μορφή.

4) Απολαύστε! Δεν υπάρχει τίποτε για το οποίο αξίζει να βαριέστε… ή να είστε βαρετοί.

Ας κάνουμε την επανάσταση ένα παιχνίδι. Ένα παιχνίδι με τα μεγαλύτερα ρίσκα και στοιχήματα αλλά κατά τα άλλα ένα ευχάριστο, ανέμελο παιχνίδι

Ανώνυμου.

Μετάφραση: Horizontal Mortem (Σύμπραξη Αναρχικών – Consumimur Igni)

Sidney E. Parker: Νίτσε – Αντίχριστος;

Σημειώσεις: Οι πληροφορίες στο τέλος είναι συμπληρώσεις του μεταφραστή και όχι κομμάτι του αρχικού κειμένου.

Η μετάφραση αυτή δεν ισοδυναμεί με ταύτιση απόψεων κειμένου και μεταφραστή.

Sidney E. Parker[1] —- Νίτσε: Αντίχριστος;

(Όλα τα αποσπάσματα του Νίτσε, εκτός αν σημειωθεί κάτι διαφορετικό, προέρχονται από την έκδοση του αντίχριστου δημοσιεύμένη εκ του E. Haldeman Julius[2] )

Υπήρξαν πολλές εξαιρετικές επιθέσεις εναντίον του χριστιανισμού, ισχυρές και αποτελεσματικές με τον δικό τους τρόπο και κάποιος θα διστάσει να διακρίνει την οποιαδήποτε μέσω του υπερθετικού ” η τελειώτερη” αλλά αν εγώ ήταν να χρησιμοποιήσω τον υπερθετικό αυτό – ιδίως με σεβασμό για την ωμή εκρηκτική δύναμη εμπνευσμένων αφορισμών – θα έπρεπε να τον απονείμω στον Αντίχριστο του Φ.Νίτσε….Ο αναγνώστης δεν θα εντυπωσιαστεί μόνο διανοητικά, αλλά θα παθιαστεί και ταρακουνηθεί στα βάθη, από την έξοχη, σαρωτική θέρμη της επίθεσης του.

Είναι αυτές οι λέξεις με τις οποίες ο περίφημος αμερικάνος στοχαστής και εκδότης, E.Haldeman Julius, ξεκινά την εισαγωγή στην έκδοση του 1930 Ο Αντίχριστος. Αυτός ο Νίτσε είναι αντί-χριστιανός, – ήτοι ενάντια στην χριστιανική εκκλησία – εμφανές στον οποιοδήποτε τον έχει διαβάσει. Η ερώτηση που θα ήθελα να θέσω, ωστόσο, είναι πραγματικά αντί-χριστος όπως ισχυρίζεται ότι είναι; Πριν δώσω την απάντηση μου θα ήταν χρήσιμο εν συντομία να σκιαγραφήσω τον τρόπο που ο Νίτσε αντίκριζε τον χριστιανισμό.

Ο Νίτσε, προτίστως, δεν απασχολεί τον εαυτό του με συνήθεις ερωτήσεις σχετικά με την χρονολόγηση των χριστιανικών ευαγγελίων, την συνέπεια ή την ασυνέπεια τους, ή την ύπαρξη ή όχι του Χριστού. Με άλλα λόγια την εγκυρότητα επίγραφων αποδεικτικών στοιχείων του χριστιανισμού. Ούτε επικέντρωνε σε επιχειρηματολογίες για ή ενάντια στην ύπαρξη του θεού παρότι αποκαλεί τον εαυτό του άθεο, υιοθετεί αυτό που ο ίδιος περιγράφει σαν ψυχολογική προσέγγιση η οποία περιστρέφεται γύρω από την ερώτηση: O χριστιανισμός ενισχύει ή υποτιμά την ζωή; Γράφει:

Τι είναι καλό; Αυτό που ενισχύει την αίσθηση της δύναμης, την θέληση για δύναμη και την ίδια την δύναμη στους ανθρώπους. Τι είναι κακό; Οτιδήποτε είναι ριζωμένο στην αδναμία. Τι είναι ευχαρίστηση; – το αίσθημα ότι η δύναμη αυξάνεται και ότι η αντίσταση υπερνικείται. Όχι η ικανοποίηση, αλλά η περισσότερη δύναμη. Όχι η ειρήνη με κάθε κόστος, αλλά ο πόλεμος. Όχι η αρετή, μα η αξία!…. Οι αδύναμοι και οι παρηκμασμένοι θα έπρεπε να βουλιάξουν στο έδαφος: Αυτό είναι το ανθρωπιστικό μας σύνθημα: και θα έπρεπε να βοηθηθούν να βουλιάξουν. Ποιο είναι το πλέον επιζήμιο ελάτωμα; Ο οίκτος για τους αρρώστους και του εκφυλισμένους – Χριστιανισμός.

Ο Νίτσε διατείνεται πως οι επιθέσεις κατά του χριστιανισμού τον καιρό του δεν ήταν μοναχά άτολμες αλλά και εσφαλμένες. Ο χριστιανισμός είναι έγκλημα ενάντια στην ζωή και το πρόβλημα της ”αλήθειας” του δεν έχει αξία εκτός αν οδηγεί σε μελέτη του ηθικού του κύρους.

Ο χριστιανισμός επιχειρεί να αντιστρέψει την φυσική επιλογή. Ο χριστιανός είναι ένα άρρωστο και παρηκμασμένο άτομο που προσπαθεί να ματαιώσει την φυσική πορεία της εξέλιξης θέλοντας να καταστήσει το αφύσικο, νόμο. Επιδιώκει να διατηρήσει τους φυσιολογικά κακοφτιαγμένους, αυτούς που είναι αδύναμοι και να ενδυναμώσει το ένστικτο να προστατεύουν ο ένας τον άλλο. Αυτοί που δεν θεωρούν την στάση αυτή άσεμνη ανήκουν στο ίδιο αρρωστιάρικο πλήθος.

Η γνήσια αγάπη για την ανθρωπότητα [ γράφει ] κοστίζει θυσίες για το καλό του είδους. Είναι κάτι δύσκολο, γεμάτο με αυτοέλεγχο διότι απαιτεί απώλειες.

Προσθέτει:

Ούτε σαν κώδικας ηθικής αλλά ούτε και σαν θρησκεία ο χριστιανισμός έχει κάποιο σημείο επαφής με τα πράγματα όπως αυτά είναι. Απασχολείται με ολότελα φανταστικές αιτίες…. και αμιγώς φανταστικές ιδιότητες. Επικοινωνεί με καθαρώς φανταστικά πλάσματα….Πρεσβεύει μια φασματική επιστήμη και μια φασματική ψυχολογία…. Αυτός ο κόσμος καθαρής φαντασίας, οφείλει να διακρίνεται αρνητικώς, από τον κόσμο των ονείρων αφού ο κόσμος των ονείρων τουλάχιστον αντανακλά την πραγματικότητα, ενόσω ο άλλος την παραχαράσει, την συκοφαντεί και την αρνείται.

Όλη η θρησκεία γεννιέται από τον φόβο, ο χριστιανισμός όμως είναι κάτ’ ουσίαν προιόν δουλικών πνευμάτων. Οι σκλάβοι φοβόντουσαν τους αφέντες τους και επιθυμούσαν εκδίκηση για την κατωτερότητα τους. Ο χριστιανισμός αναδύθηκε από την δυσαρέσκεια τους ,έχοντας ως στόχο την υπονόμευση της αυτοπεποίθησης των κυρίαρχων καστών μέσω της επικούρειας των προκαλών-ενοχή ιδεών της αμαρτίας και του οίκτου. Ήταν ένα ισοπεδοτικό δόγμα, όπως και ο απόγωνος του ο σοσιαλισμός. Το αποτέλεσμα του θριαμβευτικού αυτού ξεσηκωμού των σκλάβων ήταν η καταστροφή των πνευματικών επιτευγμάτων του αρχαίου κόσμου. Η επιστημονική μέθοδος, η τέχνη της ανάγνωσης, η έννοια των γεγονότων – όλα ήταν μάταια.
Θάφτηκαν σε μια νύχτα. Δεν ποδοπατήθηκαν μέχρι θανάτου από γερμανικά και άλλα βαριά πόδια. Αλλά στιγματήστηκαν από επιδέξια, λανθάνοντα ανεμικά βαμπίρ. Δεν κατακτήθηκαν – απλώς αποστραγκίστηκαν.

Ο Νίτσε ολοκληρώνει τον αντίχριστο με μία καταγγελία του χριστιανισμού ως την μεγάλη κατάρα, την εσωτερική εξαχρείωση, την σκοτεινή ώθηση της μνησικακίας για την οποία καμιά υπεκφυγή δεν είναι αρκετά αχρεία, λαθραία, δόλια, αρκετά κακή. Θα έλεγα πως πρόκειται για την βρώμικη κυλίδα στα κατορθώματα του ανθρώπου.

Παρά την τραχύτητα των καταγγελιών του Νίτσε όμως, η θέση του ενάντια στον χριστιανισμό είναι ατελής. Όπως ο Benjamin de Casseres επισήμανε:

Ο Αντίχριστος συνιστά μια υπεκφυγή. Ήταν μια τρομακτικά σφοδρή επίθεση – η μέγιστη στα χρονικά – Αλλά ο χριστιανισμός και ο χριστός είναι ένα και το αυτό.

Ο Νίτσε στην πραγματικότητα αφήνει τον Χριστό σχετικά στο απυρόβλητο, εστιάζοντας το μίσος του στον Απόστολο Παύλο τον οποίο θεωρεί πνευματικό πατέρα της χριστιανικής πίστης. Ο Νίτσε κατηγορεί τον Παύλο για την θυσία του ”Σωτήρα, τον κάρφωσε στον ίδιο του τον σταυρό.” Ακόμα, κατηγορεί τους μαθητές του για κατοχή των ”πλέον αντιχριστιανικών επιθυμιών για εκδίκηση,” λες και οι πολυάριθμες απειλές πέρι κόλασης και καταδίκης αποδιδόμενες στον Χριστό της νέας διαθήκης μπορούν να ερμηνευτούν ως οτιδήποτε άλλο παρά μια γνήσια χριστιανική επιθυμία για εκδίκηση! Αργότερα διατείνεται ότι αυτές οι απειλές ” τοποθετήθηκαν στο στόμα του Κυρίου” από αυτούς τους ασήμαντους ανθρώπους. Σε άλλο απόσπασμα καταγγέλει ότι:

Ο χαρακτήρας του Σωτήρα, η διδασκαλία του, ο τρόπος ζωής τους, το νόημα του, ακόμα και η παρακαταθήκη του θανάτου του – όλα παραποιήθηκαν έως ότου τίποτα καταγεγραμμένο να προσεγγίζει στο ελάχιστο τα γεγονότα.

Τι ήταν αυτό το υποτιθέμενο γεγονός και πως γνώριζε ότι διέφερε εκ του αρχείου ο Νίτσε δεν αναφέρει. Πράγματι, θα φαινόταν πως εδώ αντιπαραβάλει την προσωπική του φαντασία για τον Χριστό με την κοινή φαντασία της εκκλησίας.

Ο περίφημος ισχυρισμός του Νίτσε ότι ΄΄ Υπήρξε μόνο ένας χριστιανός και αυτός πέθανε πάνω στον σταυρό” συνιστά ένα ακόμα παράδειγμα του ευλαβικού τρόπου δια του οποίου προσεγγίζει τον χριστιανικό μύθο. Ακόμα ένας ένθερμος Νιτσεϊκός όπως ο Oscar Levy[3] παραδέχεται ότι:

Ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια αδυναμία στο ισχυρό πνεύμα του Νίτσε ο οποίος, με όλη την βαθιά διορατικότητα του, ήταν περισσότερο αντιχριστιανός παρά ένας αντί-χριστος και ο οποίος διέθετε λόγω καταγωγής, υπολείματα σεβασμού για τον Σωτήρα στο αίμα του.

Αλλά υπάρχουν περισσότερα στον σεβασμό του Νίτσε για τον Χριστό πέραν της επιροής γενεαλογικών αποθεμάτων. Αν ο Χριστός νοηθεί ως ένα σύμβολο για την ”λύτρωση της ανθρωπότητας”, τότε ο Νίτσε θα είχε αισθανθεί μια δυνατή έλξη γι’ αυτόν, διότι ο ίδιος ποθούσε εξίσου την αποκαθαίρεση της ανθρωπότητας μέσω του ευαγγελίου του για τον υπεράνθρωπο παρά τον ισχυρισμό του στο Ίδε ο Άνθρωπος ”Το τελευταίο πράγμα που θα υποσχεθώ είναι η ”βελτίωση” της ανθρωπότητας. Δεν θα εγείρω νέα ίδωλα: ας μάθουν τα παλιά τι σημαίνει να έχεις πύλινα πόδια.’

Εδώ για παράδειγμα, βρίσκεται ο μεσσιανικός Νίτσε σε πλήρη πτήση.

Εσείς οι σύγχρονοι ερημίτες, εσείς οι αποστάτες, εσείς μια μέρα θα είστε ένας άνθρωπος: ανάμεσα από σας που επιζητάτε τους εαυτούς σας ένας εκλεκτός άνθρωπος θα ανατήλει – και μέσω αυτού, ο υπεράνθρωπος.

Αλήθεια, ένας τόπος ανάρρωσης η γη θα γίνει. Και ήδη μια νέα τάξη σχηματίζεται γύρω της, λυτρωτική οσμή φέρει και μια νέα ελπίδα. (Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα)

Αυτή η μεσσιανική ένταση του Νίτσε φανερώθηκε ευκρινώς στην ” Φιλοσοφία του Νίτσε ” από τον Georges Chatterton- Hill[4]:

Αυτοί που αναπαριστούν τον υπεράνθρωπο ως την ενσάρκωση της φιλαυτείας λανθάνουν οικτρά. Δεν είναι η προσωπική απόλαυση αυτό που ο υπεράνθρωπος αποζητά, αλλά η δικαίωση του αιώνιου γίγνεσθαι, το οποίο είναι η αϊδιος κοσμική διαδικασία…. την εξαργύρωση της ανθρωπότητας διαμέσου του πόνου, μέσω του μεγάλου και έντονου πόνου. Και μέσα από αυτόν τον δρυμύ πόνο αναδύεται ακριβώς αυτό το υπέρτατο έργο τέχνης που είναι ο υπεράνθρωπος, ο οποίος μέσω των έργων του δικαιώνει ότι είναι άθλιο και οικτρό στην ύπαρξη εγείροντας το στον κολοφώνα της ομορφιάς. Ο υπεράνθρωπος γαλουχημένος στο σχολείο του πόνου με την σειρά του ανακλά το ίδιο του το μεγαλείο στο όλον της ζωής: και η ζωή ειδωμένη στο εκτυφλωτικό φως, ριγμένο πάνω της από την δόξα του υπερανθρώπου θα απολυτρωθεί, θα επιβεβαιωθεί, θα ιεροποιηθεί και θα δικαιωθεί.

Είναι χαρακτηριστικό όλων των θρησκευτικών και μεσσιανικών δογμάτων η απάιτηση τους για υποβολή του ατόμου σε μια υπερατομική οντότητα η στόχο. Οι χριστιανοί αντιλαμβάνονται το άτομο ως όργανο του θεού, οι μαρξιστές το αντιλαμβάνονται ως οργανο της διαλεκτικής διαδικασίας και ο Νίτσε με την σειρά του, το προβάλει ως ένα μέσο για την κατανόηση του υπερανθρώπου. Έχοντας διακυρήξει τον θάνατο του θεού, έγινε εμμονικός με το πρόβλημα του να βρει έναν νέο σκοπό για την ανθρωπότητα. Η λύση του ήταν η κατασκευή του υπερανθρώπου. Οι άθεοι έμελλε να αποκτήσουν έναν νέο θεό.

Αλλά θα ρωτούσα γιατί η ζωή μου απαιτείται να ”δικαιωθεί” και να ”απολυτρωθεί’, εξευγενισμένη από τον πόνο και την δημιουργία του υπερανθρώπου; Για μένα, όλα αυτά είναι απλώς οι παλίες χριστιανικές ανοησίες με νέο επίχρησμα. Ένας από τους λόγους που είμαι άθεος είναι γιατί αρνούμε κάθε πιστεύω που προστάζει να το υπηρετώ. Θέλω τα πιστεύω μου να υπηρετούν εμένα. Aν υποθετικώς ο Νίτσε μου έλεγε ότι ο χριστιανισμός είναι ένα δουλικό δόγμα, ένα μόνιμο όπιο προορισμένο γι’ αυτούς που στερούνται δύναμης αρκετής ώστε να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα, τότε θα συμφωνούσα μαζί του. Αλλά αν συνέχιζε να λέει πως πρέπει να αφιερώσω την ζωή μου στον ερχομό του υπερανθρώπου, τότε θα κατέταζα τα λόγια του στην ίδια κατηγορία με αυτά ενός χριστιανού και του θεού του: Ως ένα μυστικιστικό φαντασιοκόπημα! Ζω την ζωή μου προς όφελος μου, όχι προς όφελος ενός στόχου κατασκευασμένου από κάποιον άλλον και υπερβατικού ως προς εμένα. Ο ίδιος ο Νίτσε ορθώς παρατηρεί πως:

Ο άνθρωπος της πίστης, ο κάθε είδους ”πιστός”, είναι αναγκαστικά υποταγμένος σε κάτι έξω από αυτόν: δεν μπορεί να θέσει τον εαυτό του ως ένα τέλος και δεν μπορεί να βρει όρια εντός του εαυτού του. Ο πιστός δεν ανήκει πραγματικά στον εαυτό του, είναι μόνο μέσο, χρειάζεται να χρησιμοποιείται και χρειάζεται κάποιον να τον χρησιμοποιεί. Το ενστικτό του αποδίδει την υψηλότερη θέση σε μία ηθική αυταπάρνησης, και τα πάντα εντός του – η φρόνηση του , οι εμπειρίες του και η ματαιοδοξία του – τον ωθούν να υιοθετήσει την συγκεκριμένη ηθική. Κάθε είδος πίστης είναι μία έκφραση αυταπάρνησης και αποξένωσης από τον εαυτό…

Έχοντας ο Νίτσε κρατήσει αυτά τα λόγια στην καρδιά του, συμπεριλαμβάνοντας τα στην δική του πίστη, θα είχε ελευθερώσει τον εαυτό του από κάθε θρησκεία. Τότε θα ήταν κάτι περισσότερο από αντι-χριστιανός, θα ήταν αντί-χριστος.

Συντάζοντας τα παραπάνω, συνάντησα το ακόλουθο εδάφιο σε ένα άλλο έργο του Benjamin de Casseres[5]: The muse of lies. Παρόλο που ο de Casseres ήταν ένας φλογερός θαυμαστής του Νίτσε αυτό που γράφει εξυπηρετεί την επιχειρηματολογία μου.

Το φάρμακο του Νίτσε της ‘αιώνιας επιστροφής’ απεικονιζόταν καλύτερα στον ίδιο που κύρηττε το ιδεώδες της θυσίας και της ζωής για μια υπέρβαση. Ήταν ο τελέυταίος μεγάλος χριστιανός. Η θέληση να δημιουργήσει τον υπεράνθρωπο, τον μετά-άνθρωπο, προστάζει κάποιον να θυσιάσει μέχρι και τους στενότερους φίλους του, λέει ο Νίτσε σε έναν από τους αφορισμούς του. Δεν είναι αυτό κατ εξοχήν παράδειγμα εκκλησιαστικής μανίας; Δεν διακρίνεται έναν συγκαλημένο φανατικό σε αυτό; Δεν μυρίζετε τα δεσμά και την πίσσα; Εμείς οι μηδενιστές και οι περιφρονητές δεν παρατηρούμε το ψυχολογικό μικρόβιο ενός νέου Torquemada[6] σε αυτό το κύρηγμα αυταπάρνησης; Η αιώνια επιστροφή! Τωόντι ήσουν εσύ μια επιστροφή, ω εσύ ορχούμενε, Διονυσιακέ πρόδρομε μιας ιεράς εξέτασης.

S.E.Parker

Πηγή: Antisocial Evolution (αρχικά δημοσιευμένο στο Ego: An individualist Review, No.2)

Μετάφραση: Horizontal Mortem – Σύμπραξη Αναρχικών Consumimur Igni

[1]Sidney E. Parker – Βρετανός αναρχοατομικιστής, έντονα επηρρεασμένος από τον Max Stirner με αρκετά πλούσιο έργο έως τον θανατό του. Κείμενα του έχουν στο παρελθόν μεταφραστεί στα ελληνικά από τα εγχειρήματα: Parabellum, Inter Arma, Έρεβος κ.α.

[2] E. Haldeman-Julius – Αμερικάνος- Εβραίος συγγραφέας, αθεϊστής, κοινωνικός μεταρρυθμιστής και εκδότης.

[3] Oscar Levy – Γερμανό-εβραίος φυσικός και συγγραφέας διάσημος λόγιος της Νιτσεϊκής φιλοσοφίας. Γνωστός επίσης για την επίδραση που είχαν πάνω του οι ρατσιστικές αντιλήψεις του Gobineau.

[4] Georges Chatterton-Hill – Ιρλανδός συγγραφέας ορισμένων βιβλίων πάνω στην εξέλιξη και την κοινωνιολογία. Έντονα επηρρεασένος από τον Herbert Spencer και την οπτιμίστικη ιδέα του περί ταύτισης εξέλιξης και βελτίωσης.

[5] Benjamin De Casseres – Αμερικάνος δημοσιογράφος, κριτικός και ποιητής γεννημένος στην Φιλαδέλφεια.

[6] Τomas de Torquemada — Καστιγιάνος δομικανός μοναχός και ο πρώτος μεγάλος ιεροεξεταστής στο Ισπανικό κίνημα για ομογενοποίηση των θρησκευτικών πρακτικών με αυτές της καθολικής εκκλησίας στα τέλη του 15ου αιώνα.

Ο θάνατος του ανθρώπου

Σημείωμα του μεταφραστή: Οι μεταφράσεις ως επιμέρους δραστηριότητα για την διάχυση μηδενιστικού λόγου δεν απαιτούν την συμφωνία του μεταφραστή με το περιεχόμενο του κειμένου, τον τρόπο έκθεσης του και κυρίως το νόημα που μεταφέρεται η το νόημα που αυτός είναι ικανός να προσλάβει. Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένας δισταγμός για την συνεισφορά στην δημοσιοποίηση και αναμετάδοση κειμένων των οποίων ο λόγος δεν βρίσκεται σε σύμπνοια με αυτόν του μεταφραστή ή όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση, αντιβαίνει τις αντιλήψεις του ιδίου. Το παραπάνω κείμενο επιλέχθηκε σε μεγάλο βαθμό τυχαία ανάμεσα σε πολλά άλλα, διότι παρατηρήθηκε πως το εφαλτήριο του αν και από μηδενιστικό πρίσμα, ήταν αντίθετο προς την συνήθη βάση του μηδενισμού όπως αυτός έχει καταστεί γνωστός στην Ελλάδα, του οποίου οι τάσεις τείνουν σε έναν εκθειασμό του πρωτόγονου, του βάρβαρου, του ασυνείδητου, του ορμέμφυτου και του προσωπικού αντιπαραβάλλοντας μια βουλησιαρχική θεώρηση έναντι στην κυρίαρχη ορθολογικότητα, η οποία κατακεραυνώνεται ως υποκειμενική φενάκη στο παρόν κείμενο. Σίγουρος πως ο πόλεμος υπό όλες τις μορφές μπορεί να είναι ο καλύτερος δάσκαλος και συγχρόνως ο μοναδικός εγγυητής της αποδέσμευσης από την στασιμότητα, παραθέτω την παραπάνω μετάφραση ενός κειμένου του οποίου η κριτική επικεντρώνεται γύρω από την κριτική του σολιψισμού, του υποκειμενισμού, του ιδεαλισμού και του απόλυτου σχετικισμού.

_______________________________________________

Ο θάνατος του ανθρώπου.

Οι άνθρωποι πάντοτε θέλουν να μετατρέπουν τον μηδενισμό στην ιδέα που είναι πιο βολική γιαυτούς: Μην κάνεις τίποτα άλλο πέρα από αυτό που θες. Το δικαιολογούν αυτό με το ρητό “τίποτα δεν είναι αληθές , οπότε τίποτα δεν είναι πραγματικό, άρα δεν υπάρχει νόημα σε τίποτα“ και το θεωρούν αυτό βαθυστόχαστο. Αυτό που παρέλειψαν: νομίζουν τίποτα δεν είναι αληθινό, εκτός όμως από τους εαυτούς τους. Το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης σκέψης τείνει προς τον σολιψισμό. Στο κάτω κάτω είμαστε απλά πιθήκια στα οποία πετάχτηκε ένα κόκκαλο με την μορφή υψηλότερης νόησης. Αυτό είναι ένα αμφίθυμο φορτίο. Η κατοχή εγκεφάλων ικανών να κατεργάζονται τη λογική σκέψη σημαίνει πως είμαστε διαρκώς σχιζοϊδείς, διχασμένοι ανάμεσα σε δύο καταστάσεις λειτουργίας της σκέψης:

Λογική: η λογική σκέψη υπολογίζει σύμφωνα με τους κανόνες τις λογικής. Είναι εντελώς αποκομένη από το να λαμβάνει υπ όψιν τον εαυτό, τον χρόνο, τη φυσιολογία και το συναίσθημα.

Εαυτός: Έχουμε έντονη συνείδηση της ένυλης ύπαρξης μας, των άμεσων αισθήσεων μας καθώς και του είναι μας, και όταν η λογική γίνεται πολύ έντονη, καταφεύγουμε σε αυτόν.

Με άλλα λόγια, μπορούμε συγχρόνως να αναπτύσσουμε λογική σκέψη και ζωική συνείδηση. Μας αρέσει όμως η ζωική συνείδηση διότι είναι μια μορφή ελέγχου. Οτιδήποτε κι αν μας απειλεί, έχουμε την στιγμή εκείνη την δική μας θέληση, με την δυνατότητα να πράξουμε με τον τρόπο που επιθυμούμε ( εντός ορισμένων πλαισίων ) και αυτό μας βολεύει. Μας ελέγχουμε. Γιαυτό οι μηδενιστές αναγνωρίζουν τον μηδενισμό ως την πύλη για την καθαρή σκέψη, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικότητας. Υπερβαίνει τον έμφυτο σολιψισμό του σκεφτόμενου ζώου, ο οποίος μας οδηγεί στην προτίμηση σκέψεων που ελέγχουμε έναντι της λογικής την οποία μπορούμε στην καλύτερη, μερικές φορές να διοχετεύσουμε στην κάλυψη ορισμένων αναγκών. Ο ανθρώπινος σολιψισμός δημιουργεί μια στρεβλή εγγενή κατάσταση. Προσδοκούμε το σύμπαν να συμπεριφέρεται σαν τον ζωώδη εαυτό μας, ενώ υπάρχει ένας απόλυτος περιορισμός σε όλες τις σκέψεις μας που παρέχονται από τον εαυτό και της ζωικές του ανάγκες. Προσδοκούμε το σύμπαν να ασκήσει έλεγχο και να μας εμφυσήσει απόλυτες, έμφυτες, καθολικες και εγγενείς αλήθειες προσιδιάζοντας σε μία ιερή γραφή ή στον λόγο ενός αυταρχικού Θεού. Πιθανώς όμως απλά προβάλουμε τις δικές μας ατομικές και κοινωνικές επιθυμίες στο σύμπαν, περιμένοντας αυτό να αντιδράσει όπως εμείς όταν επανερχόμαστε στην ζωώδη φύση μας. Ο σολιψισμός αυτός – μία έλλειψη γνώσης για οτιδήποτε πέρα από το υποκείμενο που μιλά – παρουσιάζεται όταν αναζητούμε κυρίως τον έλεγχο και έπειτα τη λογική. Εμφανίζεται σε διαφορετικές συχνότητες ανάμεσα στους ανθρώπους. Μπορούμε να πειθαρχήσουμε τον εαυτό μας ώστε να περιορίσουμε αυτό το φαινόμενο. Ο μηδενισμός αποτελεί αυτήν την πειθαρχία. Αρνούμενοι την έμφυτη αλήθεια, τις καθολικότητες, την απόλυτη πραγματικότητα και τις πίστεις αρνούμαστε επίσης τις προβολές του ανθρώπινου σολιψισμού που αποδίδουν αυτές τις έννοιες στον κόσμο.

Υπάρχει μία αλήθεια – ο κόσμος, συμπεριλαμβανομένου του σύμπαντος και οποιεσδήποτε μεταφυσικές διαστάσεις διαθέτει. Είμαστε μια μικρή επιμέρους ποσότητα αυτής της αλήθειας και οι στοχασμοί μας πάνω στην αλήθεια αδυνατούν να αντικαταστήσουν το όλον. Όποιοι κιαν είμαστε, ζούμε και αναπτυσσόμαστε στον ίδιο κόσμο ο οποίος μένει σταθερός για όλους μας. Παρολαυτά, όμως η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε διαφέρει διότι δεν είμαστε όλοι το ίδιο οξυδερκείς η ευσυνείδητοι ( η διαδικασία μέσω της οποίας κάποιος διαυγάζεται πνευματικά καταφέρνοντας να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από την αυθυποβολή ). Ο σολιψισμός δείχνει να μας δίνει δύναμη πάνω στον κόσμο διότι γινόμαστε ικανοί, εξαιτίας του ότι υπάρχουμε μέσα στο ίδιο μας το μυαλό, να προβάλουμε τις σκέψεις, τις κρίσεις και τα συναισθήματα μας για τον κόσμο πάνω από τα αισθητά δεδομένα με τα οποία τον πλάθουμε. Είναι σαν να παρατηρούμε τον κόσμο μέσα από χρωματικούς φακούς.

Παρόλαυτα, ο σολιψισμός μας αποσυνδέει α) από τον δριμύ ρεαλισμό για τον οποίο ο μηδενισμός φημίζεται και β) από την υπερβατικότητα η οποία απαιτεί μια ενώτητα με το όλον μέσα από την κατανόηση της τάξης του. Για να καταλάβουμε αύτην την τάξη πρέπει να αποδεχτούμε την ύπαρξη μιας μοναδικής πραγματικότητας για την οποία μπορούμε να αναπτύξουμε στρατηγικές προσαρμογής και ερμηνείες που θα αδυνατούν όμως να την συλλάβουν πλήρως. Με διαφορετικά λόγια δεν υφίσταται μια απόλυτη, ενυπάρχουσα, έμφυτη αλήθεια στο σύμπαν. Υπάρχει μόνο το σύμπαν δια του εαυτού του. Εμείς το ερμηνεύουμε και δημιουργούμε αλήθειες. Διαθέτει μια λογική προέλευση και αυτό το αρχέτυπο ( κάποιοι θα μιλούσαν για πλατωνικές μορφές ) σχηματίζει μια ακατάσταση φυσική πραγματικότητα, την οποία δυνάμεθα να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε ως έναν βαθμό, πλησιάζοντας αυτά τα πρότυπα. Αλλά τα μοντέλα στο κεφάλι μας δεν είναι αντίστοιχα των παραπάνω αρχέτυπων, συνεπώς δεν είναι ίσα, συνεπώς δεν είναι τόσο ”αλήθειες” όσο προσεγγίσεις. Και φυσικά δεν είναι όλες οι προσεγγίσεις ίσες. Οι προσεγγίσεις ενός ανόητου η διανοητικά υποδεέστερου είναι πολύ λιγότερο ακριβείς από αυτές μιας αυτοπειθαρχούμενης διάνοιας.

Θα μπορούσαμε να το δούμε κατ αυτόν τον τρόπο: ( λογικά μοτίβα ) –> μια απόδοση της φυσικής πραγματικότητας –> η αντίληψη μας

Από την άλλη αυτή είναι η δομή της σκέψης μας υπό το πρίσμα του σολιψισμού: υποκειμενική μας αντίληψη –> ( λογικά μοτίβα ) –> μια απόδοση της φυσικής πραγματικότητας.

Οι αλήθειες είναι ανθρώπινη κατασκευή. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, είναι κατά προσέγγιση περιγραφές της ενικής πραγματικότητας στην οποία ζούμε. Οφείλουμε να διυλίσουμε τις σκέψεις μας ώστε να γνωρίσουμε την πραγματικότητα και από αυτήν να χτίσουμε σχήματα που λογικώς περιγράφουν ( αλλά δεν αποδίδουν πλήρως ) την δομική της μορφή. Η ουσία του μηδενισμού έγκειται στην αποδέσμευση του προσώπου από τον σολιψισμό, ένα κατάλοιπο του ζωώδους παρελθόντος μας. Η ψυχρή, απρόσωπη λογική δεν φαντάζει θελκτική εξ αρχής, διότι μας θυμίζει πως είμαστε μικροί δίχως κανέναν έλεγχο, αλλά τελικά μετατρέπεται σε έναν θερμό φίλο. Η γνώση πως ο κόσμος μας είναι σταθερός, έχει μια τάξη και πως μπορούμε να αποδράσουμε από την παράνοια του σολιψισμού και λογικώς να τον κατανοήσουμε, με την πάροδο του χρόνου, γίνεται μια περισσότερο παρήγορη θεωρία από το να υποβάλλεται στον έλεγχο των απερίσκεπτων ζωικών εγκεφάλων μας.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο o μηδενισμός είναι το αντίθετο του “ κάνε ότι επιθυμείς “. Ο ισχυρισμός αυτός αντανακλά ένα σολιψιστικό ιδεώδες και είναι τόσο παράλογα θρησκευτικός όσο κάθε αμφίβολη μυστικιστική λατρεία. Ο μηδενισμός δεν διασπαθίζει τον χρόνο του ανάμεσα σε ανθρώπινες πολεμικές και στο να προσπαθεί να αναιρέσει πεποιθήσεις. Αντιθέτως, προσφέρει πειθαρχία στην σκέψη και ενάργεια στην αντίληψη, δημιουργώντας έναν διάδρομο προς έναν λογικό χώρο στον οποίο κάποιος μπορεί να ανακαλύψει τι είναι πραγματικό.

Αυτό δεν θα είναι ποτέ ικανοποιητικό για όσους βρίσκονται στο έλεος του λογικού μυαλού. Θέλουν είτε μια εγγενή αλήθεια ομιλούμενη απευθείας σε εμάς μέσω μιας απόλυτης οντότητας, η την απουσία πάσας λογικής, ώστε να αφεθούν ελεύθεροι να επιδιώξουν έλεγχο δια των ζωικών εγκεφάλων τους. Με άλλα λόγια, μπορούμε να γνωρίσουμε την διαύγεια αποκλειστικά μέσα από τον θάνατο – θάνατο στον πίθηκο εντός μας, θάνατος στον άνθρωπο, και σε αυτήν την νηνεμία της ανυπαρξίας, να αποδεχτούμε ότι μας περιβάλλει. Είμαστε ένα μικρό κομμάτι μιας απέραντης τάξης. Κάτι καθόλου βολικό για όσους βρίσκονται δέσμιοι στα δίχτυα του σολιψισμού. Αλλά όπως όλα τα πράγματα στην ζωή, τα φαινόμενα απατούν και η κατανόηση απαιτεί μεγαλύτερη ποσότητα στοχασμού αντί θυμικής αντίδρασης.

Πηγή: Antisocial Evolution

Μετάφραση: Horizontal Mortem (Σύμπραξη αναρχικών – Consumimur Igni)