Γιατί το δοκιμαζόμενο σώμα του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι και δικό μας

Ο έγκλειστος κομμουνιστής επαναστάτης, Δημήτρης Κουφοντίνας, ξεκίνησε στις 8 Ιανουαρίου απεργία πείνας, διεκδικώντας με όπλο το σώμα του τη μεταγωγή του στις φυλακές Κορυδαλλού. Ο σύντροφος εξέτιε στον Κορυδαλλό για χρόνια την ποινή του για τη συμμετοχή του στην Ε.Ο. 17 Νοέμβρη. Μεταφέρθηκε στις αγροτικές φυλακές Βόλου, όπου και παρέμεινε για δυόμιση χρόνια. Στις 22 Δεκεμβρίου του 2020, έπειτα από εντολή του εμετικού καθάρματος που ακούει στο όνομα Σοφία Νικολάου, γ.γ. Αντεγκληματικής Πολιτικής, απήχθη και οδηγήθηκε στις πειθαρχικές φυλακές Δομοκού.

Ως κίνηση έμπρακτης αλληλεγγύης προς τον Δημήτρη Κουφοντίνα, στις 16 Ιανουαρίου ξεκίνησαν απεργία πείνας οι σύντροφοι Νίκος Μαζιώτης και Γιάννης Δημητράκης, κρατούμενοι στις φυλακές Δομοκού, και στις 18 Ιανουαρίου οι σύντροφοι Βαγγέλης Σταθόπουλος και Πολύκαρπος Γεωργιάδης, κρατούμενοι στις φυλακές Λάρισας.

Η παρούσα απεργία πείνας είναι συνολικά η πέμπτη που διεξάγει ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Η κατάσταση υγείας του είναι ιδιαίτερα βεβαρυμένη. Και οι κρατικοί ιθύνοντες επιστρατεύουν τη ρητορική: «Η δημοκρατία δεν εκβιάζεται, ο Κουφοντίνας ζητά ειδική, προνομιακή μεταχείριση» · γεγονός που σαφέστατα ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη. Για την παρούσα κυβέρνηση, ειδικά, και τον θλιβερό ρεβανσισμό της, ο σύντροφος αποτελεί ιστορικό στοίχημα, και η ενδεχόμενη εξόντωσή του αποτελεί παράσημο και δικαίωση. Κατανοώντας πως οι μέρες περνούν, πως τα περιθώρια στενεύουν και τα ανθρωπιστικά αντανακλαστικά των πολιτικών, κοινωνικών και κινηματικών φορέων είναι περιορισμένα και δε δύνανται να παράξουν επαρκή πίεση στο κράτος για να ικανοποιήσει το αίτημα του συντρόφου, θεωρούμε καθήκον μας να βγούμε μπροστά, να δημιουργήσουμε γεγονότα, να ριζοσπαστικοποιήσουμε τις βλέψεις και τις απαντήσεις μας, να οικειοποιηθούμε επιθετικές πρακτικές, να προκαλέσουμε κόστος.

«ἄν εἶν᾿ ὁ λάκκος σου πολύ βαθύς,
χρέος μὲ τὰ χέρια σου νὰ σηκωθεῖς»
Κώστας Βάρναλης

Η φυλακή στον σύγχρονο κόσμο αποτελεί έναν μη-τόπο. Μία κόγχη βαρβαρότητας αρχαϊκής φύσης εντός ενός κόσμου τυφλωμένου από την έπαρση της προόδου, έτοιμου να υποδεχτεί τις συνέπειες των τελεολογικών του οραμάτων. Οι φυλακισμένοι και οι φυλακισμένες, μολονότι δέχονται διαρκώς μια θεσμικά νομιμοποιημένη απανθρωποποίηση, γίνονται κοινωνοί των δήθεν ανθρωπιστικών αφηγημάτων μέσω μιας ψευδούς τυπικής αβρότητας, η οποία εν τέλει υποτιμά τη θέση τους και αμαυρώνει την περηφάνια τους. Τα πολιτικά και κοινωνικά τους δικαιώματα φυλάσσονται σχολαστικά στον κόρφο τους ως σύμβολα μιας δυνητικής ανάκτησης της υπόληψής τους και της ανθρωπινότητάς τους. Παράλληλα, ο κρατικός μηχανισμός αρέσκεται να επιδεικνύει ευθαρσώς στα εμετικά μέσα διασποράς του λόγου του την κατοχύρωση αυτών των δικαιωμάτων ως ακλόνητη ένδειξη της παντοδυναμίας του, διαθέτοντας πλήρη εξουσία πάνω στο ανθρώπινο σώμα και την ηθική του ποδηγέτηση. Μπρος στην καθολική ισχύ του κρατικού λεβιάθαν και του σωφρονιστικού του συστήματος να ενοχοποιεί, να αθωώνει, να τιμωρεί και να συγχωρεί, η πραγματική συγκρουσιακή δομή της κοινωνίας αποκρύβεται και λησμονείται. Οι φυλακισμένοι φαντάζουν απλώς τα απολωλότα πρόβατα, τα εξαχρειωμένα κτήνη, το ξένο σώμα το οποίο θα φροντίσει να αξιολογήσει και να διαχειριστεί ο ένδοξος κρατικός μηχανισμός. Η φυλακή καταχωρείται στη συνείδηση των περισσοτέρων ως ένας παρά φύσιν τόπος, ξένος, απροσπέλαστος για το υγιές και εύρυθμο κοινωνικό σώμα, ενώ οι φυλακισμένοι καθίστανται τα μιάσματα μιας άχραντης “συλλογικότητας” από την οποία ξέπεσαν, είτε από λάθος, είτε ένεκα της “φύσης” τους. Μοναδικός τρόπος επανένταξης: η διαρκής μετάνοια.

Τι γίνεται όμως στις περιπτώσεις των πολιτικών κρατουμένων; Ακριβέστερα, τι γίνεται στις περιπτώσεις των αμετανόητων ειλικρινών εχθρών του καθεστώτος; Των συνειδητοποιημένων υπονομευτών του; Ήτοι, όσων εκλαμβάνουν την αιχμαλωσία τους ως μια ακόμη συνέπεια του προσωπικού τους αγώνα, και όχι ως αποτέλεσμα μιας κακιάς στιγμής ή μιας φευγαλέας τρέλας; Τι γίνεται με όσους και όσες από την πρώτη στιγμή της φυλάκισής τους γνώριζαν πως βρίσκονται στα χέρια ενός εχθρού, και όχι ενός “αυστηρού πατέρα”; Με όσες και όσους θέλησαν, παίζοντας στα ζάρια της μοίρας την καταδίκη τους, να επιτύχουν την καταδίκη των κυρίαρχων αφηγήσεων; Τι ανασύρει στο φως της δημοσιότητας η αδιάψευστη εικόνα ενός αιχμαλώτου πολέμου -και όχι ενός τυχαίου φυλακισμένου- και τι σημαίνει αυτή για ένα κοινωνικό σύστημα ερειδόμενο στις αυτάρεσκες διακηρύξεις περί “τέλους της ιστορίας και των επαναστατικών προοπτικών”; Τι σημαίνει σήμερα η υπόθεση του Δημήτρη Κουφοντίνα, και πώς βαραίνει στα ενδότερα του αναρχικού χώρου, του πιο σταθερού και μαχητικού, τα τελευταία χρόνια, υπονομευτή της αστικής κοινωνίας;

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας έχει κατορθώσει, εν μέσω γενικευμένης εξάλειψης των οποιωνδήποτε εναπομεινάντων συγκρουσιακών στοιχείων και επαναστατικών επιδιώξεων του μεγαλύτερου τμήματος της αριστεράς και ευρύτερα των κοινωνικών κινημάτων, να θυμίζει -δια της αμετανόητης στάσης του- το εφικτό του αγώνα για έναν κόσμο διαφορετικό. Η περίπτωσή του επαναφέρει συχνά στις αντιλήψεις των ανθρώπων την πραγματική, παρότι άφατη στο υπάρχον πλαίσιο, φύση του εγκλεισμού. Διατρανώνει πως επρόκειτο περί ενός πρωταρχικά πολεμικού μέσου, επιστρατευμένου για την κατάπνιξη, πειθάρχηση και τιμωρία όσων αντιδρούν ενάντια στο εκάστοτε καθεστώς, και ύστερα ακολουθεί ο οποιοσδήποτε άλλος καλλωπιστικός ορισμός της. Ενώ οι έγκριτοι έμμισθοι παπαγάλοι ιδρώνουν καθημερινά να διαφημίζουν διαπιστευτήρια αναφορικά με την ανθρώπινη και μη εκδικητική λειτουργία του πολιτεύματος, ο Δημήτρης Κουφοντίνας εξακολουθεί να αποδεικνύει τι σημαίνει να είναι κάποιος αιχμάλωτος πολέμου. Αντιστρέφει τους όρους, μετατρέποντας τη δική του επιμελημένη εξόντωση σε εξόντωση των επιμελημένων ψεμάτων των παραδεδεγμένων κυρίαρχων λόγων περί ξεπεράσματος δήθεν παρωχημένων ανταγωνισμών και συγκρουσιακών ροπών.

Επαναστάτες κρατούμενοι, όπως ο Δημήτρης Κουφοντίνας, είναι εδώ για να θυμίζουν πως δεν έχουν παραδωθεί ακόμα όλα τα όπλα στα χέρια του κράτους. Πως οι μητροπολιτικές ζούγκλες φιλοξενούν αγνές μαχήτριες και πιστούς πολεμιστές που αρνούνται να ενδώσουν στις διαδιδόμενες ειδήσεις ότι “ο κοινωνικός πόλεμος τελείωσε”. Διακηρύτουν σε απαράκαμπτους τόνους πως οι φυλακές δε χτίστηκαν μόνο για να τρομοκρατήσουν διαμέσου της αφτιασίδωτης προβολής του πόνου και της περιθωριοποίησης, αλλά περισσότερο για να αποσιωπήσουν πίσω από το θέαμα της τιμωρίας κάτι ιδιαίτερα άβολο για τους διακόνους της Τάξης: ότι δεν παίζουν μπάλα μόνοι τους, ότι οι ανταγωνισμοί συνεχίζονται και ότι δεν είναι οι μόνοι με αυτήν την επίγνωση. Γι’ αυτό θέλουν να εξοντώσουν και να βασανίσουν τον επαναστάτη Δημήτρη Κουφοντίνα · όχι ως έγκλειστο, αλλά ως εχθρό και μισητό αιχμάλωτό τους. Επειδή ο πόλεμος για την ανατροπή του καπιταλισμού παραμένει πάντα επίκαιρος και ζωντανός όσο υπάρχουν σώματα έτοιμα να ριχθούν στη φωτιά ως προσάναμμα για την καταστροφή του.

Γνωρίζοντας λοιπόν πως ο Δημήτρης Κουφοντίνας αποτελεί έναν αιχμάλωτο πολέμου, και όχι ένα παραστρατημένο παιδί έτοιμο να δεχτεί τον “στοργικό” σωφρονισμό των διεστραμμένων ειδημόνων της κρατικής μηχανής, πώς θα μπορούσαμε να μη σταθούμε δίπλα του και σε αυτόν τον αγώνα ενάντια στους αναξιοπρεπείς τιμωρούς του; Το δοκιμαζόμενο σώμα του αποτελεί προέκταση του δικού μας, για δύο λόγους, άρρηκτα συνυφασμένους μεταξύ τους: Αφενός, η απεργία πείνας, όντας το μοναδικό και ύστατο μέσο ενός φυλακισμένου μαχητή, αποκτά δύναμη από την κινητοποίηση που είναι σε θέση να δημιουργήσει εκτός των τειχών προκειμένου να ασκήσει πίεση στο αντίπαλο στρατόπεδο. Αφετέρου, η δύναμή μας ως πόλος εκτός των τειχών εξαρτάται ζωτικά από τον σεβασμό, τη στήριξη και την αλληλεγγύη που είμαστε σε θέση να εξασφαλίσουμε στους φυλακισμένους και τις φυλακισμένες αυτής της μετωπικής σύγκρουσης. Εξάλλου, μην ξεχνώντας πως η διαμόρφωση των κοινωνικών συσχετισμών αποτελεί έναν αδιάκοπο πόλεμο, επιβάλλεται να καταλαβαίνουμε πως η δύναμη μιας στρατιάς κρίνεται από τη δυνατότητά της να υπερασπιστεί τους πεσόντες και τους αιχμάλωτους της. Αντιμαχόμενες πλευρές εν καιρώ πολέμου διατηρούσαν προσχηματικές ευγένειες και αμοιβαίο σεβασμό μόνο με την επίγνωση της τροτώτητάς τους και την ανασφάλεια μπρος στο ενδεχόμενο της ήττας τους. Αντιθέτως, κάθε πρόσχημα κατέρρεε συνήθως μόλις μία πλευρά αισθανόταν πως έσφιγγε με βεβαιότητα την νίκη στα χέρια της.

Η κρισιμότητα του παρόντος διαδραματιζόμενου αγώνα οφείλει να τοποθετήσει σε μια απόμερη άκρη τα όποια πιθανά θεωρησιακά και/ή στρατηγικά χάσματα που πιθανώς να υφίστανται σε σχέση με τον κομμουνιστή επαναστάτη Δημήτρη Κουφοντίνα. Οι διεκδικήσεις του είναι και δικές μας. Το σώμα του είναι και δικό μας. Διότι γνωρίζουμε πως κάθε ενεργό υποκείμενο στον πόλεμο για τη συντριβή του κόσμου του κεφαλαίου, δύναται να βρεθεί στη θέση του Δημήτρη Κουφοντίνα, δύναται να βρεθεί αιχμάλωτη ή αιχμάλωτος στα χέρια του εχθρού και της στρατιωτικής του μηχανής. Δε θα υπήρχε λοιπόν μεγαλύτερο λάθος από το να επιβεβαιώσουμε στο κράτος πως έχει την ευχέρεια και την άνεση να εξασκεί απρόσκοπτα την εκδικητική του μανία πάνω στους πολέμιούς του. Μόνο ανάχωμα απέναντι σε μια τέτοια δυστοπική εξέλιξη: ο φόβος που είμαστε σε θέση να προκαλέσουμε στις τάξεις των εχθρών μας.

Να αλλάξει στρατόπεδο ο φόβος, να νιώσουν τα καθάρματα του αστυνομοδικαστικού συμπλέγματος την οργισμένη μας ανάσα.

Νίκη στην απεργία πείνας του κομμουνιστή επαναστάτη Δημήτρη Κουφοντίνα.

Να ικανοποιηθεί άμεσα το αίτημά του για μεταγωγή στις φυλακές Κορυδαλλού.

Σινιάλα δύναμης και αλληλεγγύης στους Ν. Μαζιώτη, Γ. Δημητράκη, Π. Γεωργιάδη και Β. Σταθόπουλο.

ΠΙΣΤΗ ΣΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΜΑΣ

ΕΠΙΘΕΣΗ ΠΡΩΤΑ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ

Consumimur Igni
Σύμπραξη για την οργάνωση της εκδίκησης

Τσακίστε τους όπου τους βρίσκετε – Κείμενο και αφίσα ενάντια στον κατασταλτικό μηχανισμό

Τσάκισε τους μπάτσους όπου τους συναντάς.
Δεν έχει σημασία να ξέρεις τον λόγο, τον ξέρουν αυτοί.

Δυστυχώς, όμως, οι αποκτηνωμένοι υποτακτικοί της καπιταλιστικής αυτοκρατορίας δε γαλουχούνται να κατανοούν και να διαπιστώνουν ό,τι δε σχετίζεται άμεσα με την ταυτοποίηση υπόπτων και την εξόντωση παραβατικών -για το κυρίαρχο δικαϊκό σύστημα- ανθρώπων. Το κατεργασμένο και εύπλαστο εγκεφαλικά φύραμα που καταχρηστικά τούς κατατάσσει στους νοήμονες οργανισμούς, είναι η απαραίτητη πρώτη ύλη όταν ο κόσμος του κεφαλαίου μηχανεύεται μεθόδους υπεράσπισης της παραδεδεγμένης κοινωνικής του οργάνωσης. Δεν εξυπηρετεί στον αναστοχασμό και την καλλιέργεια της αυτοσυνείδησης, αλλά στην άμεση και τελεσφόρα κατάπνιξη όσων στοχάζονται και καλλιεργούν τη δική τους σε ένα αντίξοο περιβάλλον αφανισμού εν μέσω κρίσης. Δεν είναι εφικτό γι’ αυτούς να προσεγγίσουν στοχαστικά τον αντίκτυπο των επιλογών τους σε κοινωνική κλίμακα, άρα εξίσου ανέφικτη είναι και η ανάλυση οποιουδήποτε παράγοντα θίγει και διαταράσσει τη σαθρή διανοητική δομή της σκέψης τους, ικανή να τους εξασφαλίζει μόλις μία υποτυπώδη βιολογική συνέχεια. Αντιθέτως, αναρίθμητοι ανά την πλούσια σε αίσχη ιστορία των κρατικών οντοτήτων, δέκτες των συνεπειών του κοινωνικού τους ρόλου (χαρακτηριζόμενου ως επάγγελμα κεφαλαιώδους σημασίας μόνον απ’ όσους αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σε ό,τι επιτείνει την παρακμή του ανθρώπου), μπορούν να επιβεβαιώσουν ήδη ότι καθεμιά και καθένας μας, πάντα επηρεασμένος από τις διαφορετικές αφετηρίες, επιθυμίες και στοχεύσεις του, γνωρίζει έστω επιφανειακά: Ο μπάτσος δεν έχει πρόσωπο, και όποιος αγωνίζεται να αποκτήσει πρόσωπο δε γίνεται μπάτσος. Οι μπάτσοι, μια αξιολύπητη ασπίδα επιστρατευμένη ανέκαθεν για την προστασία όσων προσώπων ευδαιμονούν κάνοντας τα δικά μας να συνοφρυώνονται, έχουν -εφόσον εκτελούν μια ενιαία λειτουργία- την ίδια μούρη, και μοναδικός μας ευσεβής και διαχρονικός στόχος: να την κάνουμε να ματώνει.

Δεν πρόκειται, όπως ήδη αναγράφηκε, για δικό μας προνομιακό συμπέρασμα. Όλα τα πληθυσμιακά σύνολα -πάντα λαμβάνοντας υπόψιν τις κοινωνικές τους καταβολές και ατομικές ιδιαιτερότητες- γνωρίζουν ασυναίσθητα πως ο μπάτσος είναι κάτι λιγότερο από άνθρωπος, και εμείς θα προσθέταμε -επηρεασμένοι σαφώς απ’ τα δικά μας κίνητρα- ίσως λίγο λιγότερο από έμβια ύλη. Είναι πρωτίστως μηχανισμός, και οι μηχανισμοί κρίνονται πάντα σε σχέση με τη χρησιμότητα και την αποδοτικότητά τους.

Εδώ, οι άνθρωποι και τα διαφορετικά συλλογικά σώματα ξεκινούν να βαδίζουν σε πολύ διαφορετικά μονοπάτια αποτίμησης. Οι μπάτσοι, εν είδει ενός δαπανηρού και πολυέξοδου μηχανισμού, συγκεντρώνουν πάνω τους το άχθος ποικίλων αξιολογήσεων, προσδοκιών και χρήσεων. Ανταγωνιστικών πολλές φορές, μα πάντα υπό την κοινή θέαση πως η αστυνομία μαζί με όσους την επανδρώνουν συνιστά, στην καλύτερη περίπτωση, έναν θεσμό ζωτικό για την ομαλή συνέχεια της κυρίαρχης κοινωνικής οργάνωσης. Θεσμός · όχι πλάσμα ή ανθρώπινο ον. Ακόμα και ο μέσος φιλήσυχος νοικοκοιραίος γνωρίζει ότι την αστυνομία θα καλέσει εφόσον απειληθούν τα θεσμικά του δικαιώματα, όπως γνωρίζει πως την αστυνομία πρέπει ν’ αποφύγει όταν παρκάρει παράνομα ή όταν λογομαχεί με κάποιον παραβιάζοντας τους κανόνες κοινής ευπρέπειας. Ας αναλογιστούμε πως μέχρι κι οι οργανωμένοι φασίστες προσαρμόζουν την άποψή τους για την αστυνομία και τους μπάτσους αναλόγως τη συγκυρία: Είναι απαραίτητοι και πολύτιμοι όταν αξιοποιούνται για την αναχαίτιση κατατρεγμένων στα σύνορα ή την εξολόθρευση πολιτικών τους αντιπάλων, αλλά τους επιτίθενται χυδαία όταν το ίδιο σώμα επιστρατεύεται για την καταστολή τους σε στιγμές όπου υπερβαίνουν τα όρια ενός επιτρεπόμενου -στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας- ακτιβισμού. Όλοι συμφωνούν πως οι μπάτσοι -και όχι ο Τάσος, Ο Γρηγόρης και ο Βασίλης- κάνουν ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους, είναι χρήσιμοι ή επιβλαβείς, επικίνδυνοι ή ηρωικοί. Κρίνονται πάντα ως σώμα, ως μηχανισμός, ως ρόλος, βάσει του πώς αξιολογείται κοινωνικά η δουλειά τους και από ποιους. Η δουλειά τους είναι να πολεμούν στην πρώτη γραμμή του μετώπου της καπιταλιστικής κοινωνίας, και όταν πολεμάς στην πρώτη γραμμή είναι φυσικό επακόλουθο να δέχεσαι και τα πρώτα βόλια του αντιπάλου.

Οι μπάτσοι δεν είναι άνθρωποι, δεν είναι ζωντανά πλάσματα, δεν είναι υποκείμενα με ιδιαιτερότητες, προτιμήσεις και ευαισθησίες. Είναι μηχανισμός. Ένας κοινωνικός αυτοματισμός οχύρωσης μιας κοινωνίας θεμελιωμένης στην υπαγωγή του ζωντανού στη μηχανή, ενός κόσμου βασισμένου στην αυτοματοποίηση και απομύζηση κάθε πτυχής του ανθρώπινου βίου και του φυσικού κόσμου.

Δεν είναι απλά ένας ακόμα ρόλος, απότοκος του εργασιακού καταμερισμού και της οργάνωσης της παραγωγής, αλλά ο προαπαιτούμενος για τη διαφύλαξη αμφότερων από τα βέλη της αμφισβήτησης και τις επαναστατικές απόπειρες. Σε μια κοινωνία συστηματικής καθυπόταξης κάθε ατόμου στον μισερό του ρόλο -συνέπεια της εξειδικευμένης εργασίας, της θεαματικής προώθησης απομιμήσεων ζωής, της αδιάκοπης κατασκευής πλασματικών αναγκών, του γενικευμένου διαχωρισμού του ανθρώπου από τις συνθήκες αναπαραγωγής της κοινωνικής του ύπαρξης, και της προώθησης ιδεοληψιών απαραίτητων για τη διαιώνιση των κυρίαρχων σχέσεων-, οι μπάτσοι είναι οι θεματοφύλακες της καθολικής απαξίωσης του ανθρώπινου προσώπου. Ο ρόλος τους, στον οποίο έχουν αφιερώσει τη ζωή τους και βασίσει την υλική αναπαραγωγή τους ως μισθωτά ανδράποδα, είναι η εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των υπολοίπων, καταστέλλοντας, τιμωρώντας και εξολοθρεύοντας όποιον θελήσει να αρνηθεί τον δικό του. Ο ρόλος τους αναπαριστά τον ρόλο της βαρύτητας στο καπιταλιστικό σύμπαν, θέτοντας όλους τους υπολοίπους σε τροχιά. Είναι το ειδοποιό χαρακτηριστικό των κρατικών ζωνών διαχείρισης της παραγωγής, αφού εκπροσωπούν τη βία που το κράτος εποφθαλμιά να μονοπωλήσει αναζητώντας την ολοκλήρωσή του, όντας τίποτα παραπάνω από οργανωμένη και συγκεντρωτική βία. Ο ρόλος τους καθορίζει τον τρόπο έκφρασης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του κάθε μεμονωμένου μπάτσου, και όχι το αντίστροφο. Ο μπάτσος είναι πάντα πρωτίστως μπάτσος, και αυτό τού υπενθυμίζει το υπηρεσιακό όπλο που φέρει μαζί του ακόμα και με την λήξη της βάρδιάς του.

Η αστυνομία είναι επιπλέον το πρότυπο, ο ιδανικός σύμβουλος και ο οδοδείκτης για όλα τα υπόλοιπα επαγγέλματα και τους κοινωνικούς ρόλους. Η στρατιωτική πειθαρχία κατά τη διάρκεια του καθήκοντος και η απόλυτη υποχώρηση του προσώπου μπροστά στις επιταγές του επαγγέλματος αποκαλύπτει εμφατικά τον δέοντα δρόμο για σύνολη την κοινωνική αναπαραγωγή. Δεν είναι διόλου παράξενο το γεγονός ότι τεχνικές πειθάρχησης εφαρμοσμένες στον στρατό και την αστυνομία από τα πρώιμα χρόνια των καπιταλιστικών εθνών-κρατών, τεχνικές όπως η εξάλειψη της ιδιωτικότητας του υποκειμένου, η ιδεολογική κατήχηση στο εκμαγείο των κυρίαρχων ιδεών, η αυστηρή ενστάλαξη του σεβασμού της ιεραρχίας, και η ταύτιση του ατομικού συμφέροντος με αυτό του συλλογικού σώματος, πλέον υιοθετούνται πιστά από τους επιχειρηματικούς ομίλους και τις δεξαμενές σκέψης τους σε μια προσπάθεια εντατικοποίησης της παραγωγής και κατάπνιξης των ατομικών και συλλογικών αντιστάσεων. Στον δρόμο που χάραξε το παράδειγμα της αστυνομίας, ένα επίκαιρο στοίχημα για την οργάνωση της παραγωγής αποτελεί το εγχείρημα απόλυτης ταύτισης του κάθε προσώπου με τις κοινωνικές του λειτουργίες. Από το επάγγελμα μέχρι τις καταναλωτικές του προτιμήσεις εντός μιας καθημερινότητας πλήρως υποταγμένης στην οικονομική αξιολόγηση του κόσμου, στόχος είναι ο άνθρωπος να καθίσταται φορέας του συμβόλου της λειτουργίας του κάθε ώρα και στιγμή.

Αν ως αναρχικές κι αναρχικοί αρνούμαστε πεισματικά την περιχαράκωση της ζωής μας στα στενά πλαίσια των χρήσιμων για την κυρίαρχη πραγματικότητα κοινωνικών ρόλων, αν αναζητούμε διακαώς τους αποτελεσματικότερους τρόπους να τους σαμποτάρουμε, επιφέροντας από τη μία πλήγματα στην κυριαρχία, και διανοίγοντας από την άλλη απελευθερωτικές προοπτικές μέσω των τερπνών στιγμών σύγκρουσης με ό,τι μας καθυποτάσσει, τότε πόσο μίσος πρέπει δικαιολογημένα να υποθάλπτουμε για όσους επέλεξαν να φορέσουν τη στολή της ντροπής και να παραταχθούν απέναντί μας αναλαμβάνοντας τις πιο βρώμικες υπηρεσίες στο όνομα προστασίας της καθεστηκύιας τάξης;

Ρητορικό το ερώτημα αφού σε όποια γωνία υποχώρησης των δημοκρατικών ιδεολογικών προφάσεων κι αν στρέψει κανείς το βλέμμα, η αποφορά από τα ένστολα περιττώματα είναι ανυπόφορη. Ξεχειλίζει όταν τους βλέπουμε στους δρόμους να περιπολούν υπάκουα, σε επαγρύπνηση για ό,τι απειλεί με την παρουσία του να ξεσκεπάσει τις αντιφάσεις αυτής την κοινωνίας εκθέτοντας την παρακμή της. Όταν τους βλέπουμε στα σύνορα να σακατεύουν κολασμένους. Όταν τους βλέπουμε στις πορείες ξαμολημένους να χτυπούν και να εξευτελίζουν με τις πλάτες του νόμου. Όταν τους βλέπουμε με τα παραχωρημένα όπλα τους να δολοφονούν νόμιμα, αδιαφορώντας για την προέλευση και την ταυτότητα του θύματός τους, αφού αυτοί δεν αναγνωρίζουν στους παραβατικούς το προνόμιο να είσαι άνθρωπος. Όταν τους βλέπουμε να μολύνουν όλο και περισσότερο τους δρόμους της πόλης με την ποταπή παρουσία τους, παρενοχλώντας κατατρεγμένους και εκτονώνοντας τους κτηνώδεις συμπλεγματισμούς τους σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, προασπίζοντας τα συμφέροντα και την περιουσία κάθε αφεντικού ή πολιτικού, όσο οι αποφάσεις τους μαζί με το βάθεμα των ταξικών χασμάτων και την περαιτέρω υποβάθμιση της ζωής συνυπογράφουν τη συνέχεια του αστυνομικού κράτους ως απάντηση στις παραπάνω συνέπειες. Όταν τους βλέπουμε στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης να αναχαιτίζουν τους αγώνες των εγκλείστων, φροντίζοντας εν συνεχεία την εκτέλεση οποιασδήποτε εκδικητικής διοικητικής απόφασης. Όταν τους βλέπουμε να φρουρούν με σθένος κάθε εμπορικό, καταναλωτικό και χρηματιστηριακό ναό, αποτρέποντας οποιαδήποτε υποτίμηση των θεμελιωδών για την κοινωνία του εμπορεύματος (που καθιστά τον παρασιτισμό τους απαραίτητο) κατηγοριών μέσω απαλλοτριώσεων, βανδαλισμών, λεηλασιών και άλλων επιθέσεων. Και τους βλέπουμε παντού, γιατί αυτή είναι η δουλειά τους: να φαίνονται στη θέση όσων αποτελούν τα πραγματικά διαχειριστικά και οργανωτικά εξαρτήματα του νόμου και της αγοράς. Όπου αυτά προσκρούουν σε σκοπέλους αντίστασης, οι μπάτσοι είναι εκεί να εκτελέσουν το λειτούργημά τους. Και όταν αυτό επιτελείται, κανένας και καμιά απέναντί τους δεν αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό πρόσωπο, μα ως αφαίρεση δεσποτικά εξομοιωμένη από τις τεχνικές ποινικοποίησης και καταστολής.

Το παράδοξο εντοπίζεται στο ότι, ενώ οι μπάτσοι υπάρχουν ώστε να τους βλέπουμε -καθώς στην επιβλητική παρουσία τους παίζεται η αποτελεσματικότητα της δραστηριότητάς τους-, τείνουμε καμιά φορά παράλληλα να τους παραβλέπουμε, έμφορτοι από ανθρωπιστικά ιδεώδη και λοιπούς ρομαντικούς εξωραϊσμούς. Τους αντιμετωπίζουμε σαν ανθρώπους, σαν νοήμοντα όντα, σαν πρόσωπα, ξεχνώντας πως οι μηχανές δεν έχουν πρόσωπο, και πως, όταν χρησιμοποιούνται για την καταστολή, την καθυπόταξη και τον έλεγχό μας (ζημιώνοντάς μας), οφείλουμε να τους διαλύουμε.

Ο εξανθρωπισμός της αστυνομικής μηχανής πραγματοποιείται απ’ όσους πιστεύουν ακόμα πως μπορούν να μεταχειριστούν τη σκόπιμα καλοκουρδισμένη αυτή μηχανή παραγωγής δυστυχίας, απόγνωσης, φτώχιας, ασχήμιας, βίας και ταπείνωσης προς το συμφέρον και τους σκοπούς τους, ή προς το συμφέρον και τους σκοπούς όσων ποδηγετούν τη συνείδησή τους. Αυτοί, ενώ μετέρχονται την αστυνομική μηχανή και, κατ’ επέκταση, τους μπάτσους ως απλά όργανα του νόμου και εξυπηρετικούς για τις επιδιώξεις τους εκτελεστές θεσμικών αποφάσεων, επιχειρούν να καταστήσουν οικεία και προσιτή στην υπόλοιπη κοινωνία μία μηχανή υποτίμησης του ανθρώπου, εξανθρωπίζοντάς την. Εμείς, κομμάτι μιας πολιτικής παράδοσης εναντίωσης σε κάθε υπαγωγή του ανθρώπου στους κοινωνικούς αυτοματισμούς, καθώς και όσες και όσοι δεν προσδοκούν ν’ αποκτήσουν θέση περιωπής εντός μιας τάξης ολοκληρωτικής καθυπόταξης του υποκειμένου στον ρόλο και την λειτουργία του, αντιλαμβανόμαστε τους μπάτσους ως έναν στυγνό μηχανισμό εξουσίας, έχοντας απομακρυνθεί από κάθε ανθρωπιστική πρόφαση που θολώνει το πεδίο κατανόησης της καθημερινής μας εμπειρίας. Εξάλλου, κάθε παραμορφωτικό φτιασίδωμα απόκρυψης ενός ωμού μηχανισμού καταστολής προσιδιάζει στην ψυχοσύνθεση όσων αυτο-θυματοποιούνται και δικαιολογούν την απραξία τους μπροστά στην ισχύ και τα όργανα του νόμου.

Όσο λοιπόν προσπαθούν να μας πείσουν ότι κάθε ξεχωριστός μπάτσος είναι κάτι περισσότερο από μία στολή, όλα τα επιχειρήματα και οι λογικοί συνειρμοί δίχως στρεψοδικίες διαφωνούν. Αν υποχρεωτικά συρθούμε στη θέση να ποσοτικοποιήσουμε τη σύγκριση, τότε ενδείκνυται να ομολογήσουμε πως ο κάθε μεμονωμένος μπάτσος είναι κάτι λιγότερο από μία στολή. Γιατί η ζωή ενός ανδρείκελου πρόθυμου να εκποιήσει την ατομικότητά του με αντάλλαγμα έναν χωλό μισθό και μία θέση υποτυπώδους εξουσίας, είναι από μόνη της ενδεικτική των προτεραιοτήτων του κάθε ενστόλου, και δεν πρόκειται να διαφωνήσουμε στην προκειμένη μαζί τους.

Η ζωή κάθε μεμονωμένου μπάτσου αξίζει λιγότερο από την επονείδιστη στολή του, άρα είναι αποτελεσματικότερο για όλες και όλους μας να προτιμάμε τη συμπλοκή μαζί τους όταν βρίσκονται εκτός υπηρεσίας. Το καλό είναι πως, μαζί με τα καθημερινά τους ρούχα, δεν ανακτούν και την ξεπουλημένη τους ανθρωπινότητα. Όπως εμείς δεν είμαστε αναρχικές κι αναρχικοί μόνο όταν φοράμε κουκούλα, όταν επιτιθόμαστε στην έννομη τάξη ή κατεβαίνουμε σε συνελεύσεις, έτσι κι αυτοί δε σταματούν να είναι μπάτσοι όταν περιδιαβαίνουν δίχως τη στολή, όταν μοιράζονται χρόνο με όσους έχουν το θράσος να είναι φίλοι τους ή αράζουν στα εξαγορασμένα από τον μισθό της ξεφτίλας σπίτια τους. Δεν είναι λιγότερο μπάτσοι, απλά είναι μπάτσοι ανυπεράσπιστοι, ανυποψίαστοι κι ευάλωτοι μπρος στις ξαφνικές εμπνεύσεις μας. Ας μην τους παραδώσουμε αμαχητί το προνόμιο να μας αποσπούν από την “οικιακή γαλήνη” όποτε αυτοί θελήσουν, επειδή δεν αναγνωρίζουν στην εξόντωσή μας κάτι πέραν της δικαιολόγησης του μισθού τους. Ας τους το ανταποδώσουμε επιστρέφοντάς τους ό,τι προέκυψε από την συνειδητοποίηση των αιτιών του άλγους μας. Κάθε αποσυναρμολογημένο εξάρτημα της αστυνομικής μηχανής αποτελεί κερδισμένο έδαφος από την ασφυκτική καπιταλιστική κανονικότητα. Συνεπάγεται περισσότερες ελεύθερες πνοές στο πνιγηρό περιβάλλον της αυτοματοποιημένης μητρόπολης.

Γι’ αυτό τσακίστε τους όπου τους βρείτε. Σακατέψτε τους τις πιο ευάλωτες κι απρόσμενες στιγμές, και μαζί τους κάθε όνειρο να γαλουχήσουν μόμολα τα οποία καρτερούν να μπουν σε μπατσοσχολές ενισχύοντας τις άμυνες του κυρίαρχου συστήματος κοινωνικής οργάνωσης. Ένας τραυματισμένος ή αποσυρμένος μπάτσος, εκτός της συμβολικής του αξίας, είναι επίσης ένας ένστολος εκτελεστής των κατασταλτικών πολιτικών λιγότερος, ένα πετυχημένο σαμποτάζ όπως όλα τα άλλα στην καπιταλιστική μηχανή. Πολλές φορές μάλιστα, το ίδιο το σύστημα πρόσληψης και τροφοδότησής τους αποδεικνύει πόσο κοστίζει η ζωή και η ακεραιότητά τους, όταν τους εκθέτει προκειμένου ν’ αποτρέψει πιθανές καταστροφές άλλων κοινωνικών δομών, όπως εμπορικά κέντρα, πολιτικά μέγαρα, γραφεία εταιρειών, λεωφόροι. Κάποιος μάλιστα θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι τους σεβόμαστε περισσότερο από το σύστημα χρηματοδότησης που υπηρετούν, όταν ως ανθρώπινους στόχους τούς ιεραρχούμε πιο ψηλά από τα κέντρα κυριαρχίας που καλούνται να προστατέψουν ως μέρος του επαγγέλματός τους. Αφού συμφωνούμε όμως πως όντως ένας μπάτσος αξίζει λιγότερο από ένα άδειο ταμείο ή έναν πυρπολημένο στόχο, και αφού γνωρίζουμε πως όπου κι αν κινηθούμε θα τους βρούμε απέναντί μας, ας ξεκινήσουμε το σμπαράλιασμά τους για να χαράξουμε ρότα προς πιο ουσιώδεις κι ευγενείς σκοπούς.

Τσακίστε τους στα σπίτια, στις γειτονιές και στις εξόδους τους. Σε δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους. Με παρέα ή μόνους τους. Με στολή ή χωρίς. Όλοι μας έχουμε έναν γνωστό μπάτσο, έναν συγγενή ή έναν γνωστό γνωστού. Τα μιάσματα κυκλοφορούν ανάμεσά μας ως επί το πλείστον αφύλακτα κι ανυποψίαστα. Αν διστάζουμε οι ίδιοι να αναλάβουμε δράση και πρωτοβουλίες, ας μιλήσουμε σε όσες δε συγκρατούνται από ενδοιασμούς κι αδημονούν ν’ αξιοποιήσουν δημιουργικά τις πληροφορίες. Στο εξωτερικό έχουν ήδη ξεκινήσει οι μαζικές εκθέσεις προσωπικών δεδομένων μπάτσων σε αντιεξουσιαστικά μέσα αντιπληροφόρησης, και κάτι τέτοιο σίγουρα συνιστά παράδειγμα προς μίμηση. Μην ξεχνάμε πως πρόκειται για αδύναμα, θρασύδειλα, απρόσωπα σκουπίδια που, δίχως τη στολή και την προστασία των υπερεξοπλισμένων από το κράτος συναδέλφων τους, θα τρέκλιζαν από φόβο αντιμέτωπα με τις ερεθισμένες από την άθλια δράση τους ορέξεις μας. Η αύξηση των περιστατικών επιθέσεων σε αστυνομικούς είναι προσέτι ο ενδεδειγμένος τρόπος να υπερφορτώσουμε τον μηχανισμό πρόληψης και αντιμετώπισης εγκλήματος, πολλαπλασιάζοντας τις πιθανότητες οι δράστες να μην προλαβαίνουν να ταυτοποιηθούν και να συλληφθούν από τους εύθικτους γραφειάτους ερευνητές.

Ξύλο, μηχανισμοί, στοχοποίηση, όπλα, αναλόγως τα ευκταία επίπεδα βίας των ενδιαφερομένων, όλα είναι χρήσιμα και επιθυμητά για την καταστροφή όσων καταστέλλουν επί μισθώση. Καθώς η τεχνολογία, οι πολιτικές ηγεμονίες και οι κυρίαρχες δεξαμενές σκέψης αφιερώνουν σταδιακά όλο και περισσότερο χρόνο στην αναβάθμιση του οπλοστασίου της κρατικής μηχανής υλικά και ιδεολογικά, είναι θανάσιμη παγίδα η υιοθέτηση στάσης οίκτου απέναντι στους φρουρούς της όψιμης καπιταλιστικής δυστοπίας. Ειδικά μάλιστα όταν καταντάει να συνεισφέρει στην αποσιώπηση της διόλου τυχαίας αύξησης των κρουσμάτων αστυνομικής βίας και κατάχρησης εξουσίας, συγκαλύπτοντας υποκριτικά τα αίτιά της.

Κλείνοντας, οφείλουμε ν’ αποδεχτούμε μία δυσοίωνη πρόβλεψη. Όσο δεν επιτιθόμαστε στα οπλισμένα χέρια που υπερασπίζονται τα τείχη της φιλελεύθερης δημοκρατικής αυτοκρατορίας, αυτή θα τα ενισχύει, αποκλείοντας κάθε δυνατότητα ανατροπής της με υλικούς όρους σε ένα υποθετικό μέλλον. Το θέμα δυστυχώς καθίσταται ολοένα και πιο απλό: Ή θα τσακίσουμε την αστυνομική μηχανή μαζί με τα εξαρτήματά της ή θα χάσουμε σύντομα κάθε ευκαιρία να αρθρώνουμε λόγο πάνω στη λειτουργία και τις μεθόδους της, αποκλεισμένες και αποκλεισμένοι βίαια εντελώς από τις δυνατότητες διαχείρισης των ζωών μας.

Επίθεση, εκδίκηση και μνήμη πάντα ακονισμένη.

Να χαράξουμε την προοπτική της ριζικής ανατροπής του καπιταλιστικού κόσμου, περνώντας πάνω απ’ την πρώτη γραμμή της πολεμικής του μηχανής.

Δεν ξεχνάμε τον George Floyd, και τον κάθε George Floyd που έπεσε κάτω απ’ την μπότα των σύγχρονων πραιτωριανών.

Δεν ξεχνάμε τα έγκλειστα αναρχικά συντρόφια μας, και κάθε άνθρωπο που βιώνει τη βίαιη συνθήκη της αιχμαλωσίας.

Δεν ξεχνάμε τα 2 συντρόφια μας στη Θεσσαλονίκη που συνελήφθησαν στις 27/5 λόγω υποθέσεων των μπάτσων περί στοχοποίησης του Δ. Σταμάτη, πρώην υπουργού της Ν.Δ. και νυν προέδρου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.

Δεν ξεχνάμε τα συντρόφια μας στην Ιταλία που διώχθηκαν και αφέθηκαν με περιοριστικούς όρους στα πλαίσια της επιχείρησης “Ritrovo”, όπως επίσης και τα συντρόφια που συνελήφθησαν στα πλαίσια της επιχείρησης “Bialystock” στις 12/6, 5 εκ των οποίων φυλακίστηκαν και 2 τέθηκαν υπό κατ’ οίκον κράτηση.

Consumimur Igni
Απρόσωπη πρωτοβουλία ενάντια στη μηχανή παραγωγής βίας και θανάτου

Σκέψεις με αφορμή την πρόσφατη δίωξη τεσσάρων αναρχικών για σωρεία επιθέσεων με την υπογραφή ”Σύντροφοι-Συντρόφισσες”

Η πιο ανίκανη πολιτικά κυβέρνηση στα ιστορικά, μετά την αδυναμία της να διαχειριστεί κομβικά ζητήματα για την διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης -στο όνομα της οποίας τόσο επιμελώς αγωνίστηκε το σκυλολόι του ΣΥΡΙΖΑ- προχωράει, φαίνεται, σε κινήσεις απελπισίας. Είναι βέβαιο πως αν το φιλήσυχο πλήθος δεν ήταν απασχολημένο να παραμένει αδρανές, μπουκώνοντας την απάνεμη μακαριότητά του με τρόμο και θεάματα, οι κινήσεις αυτές θα έμεναν αρχειοθετημένες σε κάποια γωνία των κρυμμένων του Indymedia. Σήμερα όμως έχει διαφορετικά. Σήμερα, εν μέσω απανωτών πολιτικών και διπλωματικών αποτυχιών, οι αξιολύπητες μηχανορραφίες κυβερνόντων γελωτοποιών, αντιπροσωπευτικών των υποστηριχτών τους, καλούνται να επουλώσουν τις πληγές των διάσπαρτων πανολεθριών διευρύνοντας το μέτωπο στον πόλεμο με τον εσωτερικό εχθρό.

Τη Δευτέρα 9/3, το έμμισθο μπούγιο ηλίθιων μπάτσων εισέβαλε στα σπίτια τεσσάρων αναρχικών, συλλαμβάνοντας 4 άτομα με κατηγορίες συμμετοχής στην περιβόητη τρομοκρατική ομάδα “σύντροφοι-συντρόφισσες”. Ναι, καλά ακούσατε, οι 4 αναρχικοί διώκονται μέσω του 187Α για 54 επιθέσεις από το 2017, ανειλημμένες και υπογεγραμμένες με την τετριμμένη αυτή υπογραφή που έχουν χρησιμοποιήσει άνθρωποι μέχρι και για να εκφράσουν την άποψή τους πάνω σε γεγονότα μέσω δημοσίων κειμένων. Ευελπιστούμε ότι όλοι αυτοί θα έχουν προνοήσει να εκπονήσουν σχέδιο επιβίωσης ως φυγάδες, αφού πλέον ξεκίνησε η ομηρική αυτή εξάρθρωση της πιο συχνοεμφανιζόμενης τρομοκρατικής ομάδας στα χρονικά. Όσοι δικαιολογημένα ενδίδουν στα αυθόρμητα γέλια, ως απόρροια της κατάστασης, συνετό θα ήταν να συγκρατηθούν παρατηρώντας το γεγονός κάπως πιο ψύχραιμα, γιατί όταν το πρόσφατο προανάκρουσμα με τους 2 αντιφασίστες κατηγορούμενους για ό,τι επίθεση έχει αναληφθεί με την λέξη “ταξιαρχία” ως υπογραφή αποκτά συνέχεια, δε μιλάμε απλά για φάρσα αλλά για προμελετημένη τακτική.

Στην τελική διαγράφονται μπροστά μας 2 σενάρια: Ή τα σαΐνια της ασφάλειας ήταν σε θέση να εξιχνιάσουν επιτυχώς 54 επιθέσεις από το 2017 με τη συγκεκριμένη ασυνήθιστη υπογραφή, συλλαμβάνοντας εύστοχα τους υπεύθυνους γι’ αυτές, πράγμα δύσκολο όταν κάθε βδομάδα οι νύχτες μοσχοβολούν βενζίνη κάτω απ’ τη μύτη τους. Ή, δεύτερον και πιθανότερο, η δίωξη είναι στημένη και οφείλει να μεταφραστεί ως πολεμική επιχείρηση εναντίον του αναρχικού χώρου. Εξάλλου, στην απόρριψη του πρώτου σεναρίου συνηγορεί και το γεγονός ότι οι τρεις εκ των τεσσάρων συλληφθέντων επιβαρύνθηκαν αρκετές ώρες κατόπιν της σύλληψής τους με τον θεάρεστο 187Α.

Ασφαλώς δεν είμαστε και ούτε θα γίνουμε τμήμα του απολογητικού συρφετού που σε κάθε σύλληψη ανθρώπων σπεύδει να κλαψουρίσει για στημένες υποθέσεις, δικαστικές σκευωρίες και αθώα παιδιά διωκόμενα για τις αντιλήψεις τους. Για εμάς είναι αναμφίλεκτο πως παρεκτός του θεάματος δεν τίθεται κανένας διαχωρισμός μεταξύ αναρχικής θεωρίας και πράξης, οπότε, όταν προτάσσουμε και επικροτούμε τη βία και την ένοπλη πάλη, ας έχουμε επίγνωση και εμείς αλλά και οι εχθροί μας πως οι λέξεις μας μπορούν να τους σπάσουν τα φτιασιδωμένα μούτρα ή να μας στερήσουν τη ζωή και την ελευθερία. Όλα τα υπόλοιπα είναι υπεκφυγές και ενδείξεις ενός κακοσυγκροτημένου χώρου δίχως σθένος και νικηφόρα προοπτική. Ωστόσο, δε θα παραστήσουμε τους μαλάκες. Δεν προκαταλαμβάνουμε τα γεγονότα και τη μη εκπεφρασμένη ακόμα θέση των εμπλεκόμενων αναρχικών, αλλά, στο κομμάτι που μας αναλογεί και μας αφορά, επιβάλλεται να αναλύσουμε τις υποβόσκουσες στοχεύσεις της διόλου τυχαίας αυτής κρατικής τακτικής.

Συμπεραίνουμε λοιπόν πως αποσκοπεί:

  1. Στην ανάκτηση κοινωνικής υποστήριξης διαμέσου της επίθεσης σε έναν διαχρονικό, κατασκευασμένο πόλο, αντίθετο σε ό,τι η κυριαρχία καναλιζάρει τις συνειδήσεις να προβάλλουν ως ιδεατή κοινωνική εικόνα. Καθώς η γκροτέσκα κυβέρνηση τρεκλίζει έτοιμη να καταρρεύσει με ποικίλλους τρόπους, ανίκανη να ικανοποιήσει οποιοδήποτε ακροατήριο, αριστερό ή δεξιό, προκαλώντας μονάχα τομές και οξύνοντας περαιτέρω την πόλωση, καταφεύγει ως λύση επιβίωσης στη μοναδική τακτική που φαίνεται να της εξασφαλίζει ακόμα μια νομιμοποίηση. Την εξάλειψη της ανομίας και των αναρχικών ως τον προμαχώνα της. Δεν είναι άγνωστη άλλωστε -σε όποιον δεν εθελοτυφλεί- η μιαρότητα όσων αμφισβητούν εμπράκτως θεμελιώδεις κατηγορίες του πολιτισμού, όπως η ιδιοκτησία, η ζωή, ο νόμος και το κυριότερο όλων: η μαζική εγκόλπωση όλων των παραπάνω από την ανθρώπινη αγέλη. Συμπερασματικά, το αμάλγαμα νευρωτικών και πνευματικά γλίσχρων κυρ-Παντελήδων, ανίκανο να κατανοήσει έστω λειψά τον σύγχρονο κόσμο είναι τρομερά ευεπίφορο στις ενδοβολές της κρατικής προπαγάνδας “πολέμου ενάντια στην ανομία”. Ιδίως όταν ο κυρίαρχος λόγος το αποδευσμεύει από τον κάματο να τη στοχαστεί ως έννοια προσφέροντάς του έτοιμες ερμηνείες μέσω ειδησεογραφικών ρεπορτάζ. Μαντέψτε λοιπόν με ποιον από τους κατασκευασμένους πόλους θα ταυτιστεί ένας ομόλογος άνθρωπος, και αντίστοιχα ποιος θα επωφεληθεί πολιτικά από την επένδυση στη συντήρησή τους.

  2. Στην επιβάρυνση αναρχικών ή ενεργά πολιτικών αντιπάλων με δικογραφίες. Καθόλου πρωτότυπο ίσως -μα τρομερά αποτελεσματικό- όταν διάφοροι περιττοί “τουρίστες” κατακλύζουν τα πεδία επαναστατικής ζύμωσης αφήνοντας ελάχιστους δραστήριους ανθρώπους να σηκώσουν τα βάρη και τις ευθύνες μιας συνεκτικής εμπλοκής στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα. Σήμερα, καθώς η επιπόλαιη και επιδερμική επαφή με την αναρχική τάση αμφιρρέπει μεταξύ κοινότυπων κοσμικών συγχρωτισμών και χρήσης της ως πασπαρτού αποκούμπι, χρήσιμο για τον ναρκισσιστικό βαυκαλισμό κοινών ανδράποδων, είναι αναπόδραστο ο δικαστικός στιγματισμός των λίγων ουσιαστικά ενεργών ατομικοτήτων να αποβαίνει καίριο πλήγμα στην καρδιά τους. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία η έκβαση των δικαστηρίων των εμπλεκομένων, αλλά το ότι η άτυπη δικαστική ομηρία αυτή καθαυτή δένει χέρια έτοιμα να λερωθούν στην αναρχική πρακτική, απομυζώντας ψυχολογικά και οικονομικά δηλωμένους εχθρούς του κράτους. Αναμενόμενο και ανθρώπινο είναι να κινείται κανείς πιο διστακτικά έχοντας δικογραφίες στην πλάτη, όσο κακοστημένες κι αν είναι. Ακριβέστερα, η προχειρότητα αυτών των δικογραφιών πολλές φορές επικουρεί την παράλυση όσων διώκονται. Σκοπίμως, διότι και μόνο οι πιθανότητες να βγει κάποιος άνθρωπος σχετικά αλώβητος από μια δικαστική ομηρία, αποφεύγουν την εξώθησή του στα άκρα. Αρχαίο συμπέρασμα, εξάλλου, πως ένα απονενοημένο θήραμα είναι πιο επικίνδυνο. Κλείνοντας, αναφέρουμε πως πρόδηλη είναι η τακτική του κράτους να εξοντώσει τους εχθρούς του εκμεταλλευόμενο τις χαρακτηριστικές σχέσεις εξάρτησης του αναρχικού χώρου την παρούσα στιγμή, αλλά και ευρύτερα κάθε ανατρεπτικού κινήματος. Μια μεγάλη μάζα αναρίθμητων και αναλώσιμων καταναλωτών σε μόνιμη προσμονή τροφοδότησής τους με απόψεις, πρωτοβουλίες και κινήσεις από μια μικρή μερίδα αφοσιωμένων ανθρώπων που, όταν πλήττονται οι πρώτοι, μουδιάζουν και υποχωρούν αβίαστα. Δυστυχώς, σε αντίθεση με τον κυρίαρχο πολιτισμό, ο αναρχικός χώρος διαθέτει “κέντρα εξουσίας”, και το κράτος το γνωρίζει πολύ καλά.

  3. Στην εκμετάλλευση της επικρατούσας κατάσταση εξαίρεσης ένεκα της επιδημίας. Δεν υπαινισσόμαστε προφανώς πως οι κυβερνήσεις κατασκευάζουν ιούς προκειμένου να εφαρμόσουν καταστάσεις εξαίρεσης, μολονότι -αν μη τι άλλο- τις αξιοποιούν προς όφελός τους. Εξάλλου, πιο προσοδοφόρος ιός από την διάχυτη αδιαφορία, την αδυναμία αντίστασης και τη συμμόρφωση με το υπάρχον δε νοείται, και αυτός έχει προ πολλού κατακλύσει κάθε πτυχή της γήινης ερημιάς. Σε αυτό το κλίμα, κάθε μικρή και ασήμαντη πληροφορία μετατρέπεται σε τηλεοπτικό παραπέτασμα ριγμένο πάνω στους δέκτες των δικαστικών αυθαιρεσιών. Ποιος έχει στην έγνοια του διωκόμενους αναρχικούς, όταν η στερημένη του ρουτίνα τέρπεται με αποκαλυπτικά σενάρια πανδημίας και με έναν προαναγγελθέντα πόλεμο από τον “μοχθηρό σουλτάνο”; Το κράτος φυσικά δε μουδιάζει και αδράττει κάθε ευκαιρία να πλήξει τους εχθρούς του όσο πιο αναίμακτα γίνεται, στοιχηματίζοντας στο ποιόν και το πύον του εθνικού κορμού του. Και πόσο εύστοχα, για κακή τύχη όσων ακόμα ελπίζουν στην αφύπνισή του.

Σύνολα όσα αναφέρθηκαν καθίστανται εφικτά για την κυριαρχία μέσα από την στόμωση των μέσων πάλης, την εξάπλωση της παραίτησης και την εγκαθίδρυση του τρόμου. Αν κάτι αποδεικνύουν περίτρανα όσοι άνθρωποι ρίχθηκαν στη μάχη, είναι πως ο εχθρός είναι εξαιρετικά προσβάσιμος όσο δεν αποποιούμαστε μόνοι μας -ενδίδοντας στις ορμηνείες των κυρίαρχων λόγων- τις πανέμορφες δυνατότητες μιας ολοκληρωμένης αναρχικής προσπάθειας για ενοποίηση της ζωής και των μέσων επίθεσης στην κοινωνία. Κανένας εξωτερικός δασμός δεν θα επηρρεάσει τους πολεμικούς συσχετισμούς. Καμία θεία πρόνοια δεν θα εμποδίσει τους κυρίαρχους από το να αξιολογούν και να μεταχειρίζονται τα σώματα μας κατά το δοκούν. Καμία χιλιαστική λύτρωση δεν συνοδεύει ως εχέγγυο την επιλογή κάποιου να αφιερώσει την ζωή του στην αναρχική εξέγερση. Κανένα τέλος δεν πρόκειται να γιατρέψει τις πληγές που αποκτήσαμε αναζητώντας τον δρόμο. Συνεπώς, κανείς δεν μπορεί να μας υποσχεθεί ότι μία πραγματικότητα όσο παράλογη, ανοίκεια και εχθρική κι αν μας φαντάζει δεν πρόκειται να μας αλυσοδέσει δίχως την έμπρακτη, καθημερινή άρνηση μας. Μοναδικό όπλο του καθενός στον λυσσαλέο αυτό πόλεμο με το υπάρχον όσες αρνήσεις κατόρθωσε να σφυρηλατήσει και με αποφασιστικότητα να διαφυλάξει. Μαζί με αυτά τα εφόδια θα βρούμε ο ένας τον άλλον στην πλατιά λεωφόρο καθώς ο ήλιος θα μας κρατά από τις μασχάλες.

Consumimur Igni
Κύκλος αναρχικών για τη διάδοση της αταξίας

Χειρονομίες αλληλεγγύης στους 3 συλληφθέντες για την απαλλοτρίωση στο ΑΧΕΠΑ

“Η απαλλοτρίωση πόρων είναι απαλλοτρίωση στιγμών ζωής / Αλληλεγγύη σε Γ. Δημητράκη, Κ. Σακκά & Δ. Συριανού”

“Αναφερόμενοι στην άρνηση εργασίας, αυτή είναι που κάνει εφικτή την απαγκίστρωση του Επαναστάτη απο την συνθήκη της μισθωτής σκλαβιάς ωστε να είναι κύριος της ζωής του και να μπορεί να διαθέτει απερίσπαστα το χρόνο και όλο του το είναι στο πόλεμο ενάντια στο σύστημα. Είναι μια αντιπρόταση στο σήμερα, μια αξιοπρεπής επιλογή που δεν θα μπορούσε παρα να έβρισκε την θέση της ανάμεσα σε μια πλειάδα πρακτικών που χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν οι άνθρωποι του ευρύτερου ανατρεπτικού- επαναστατικού χώρου.”
Αντάρτικη Ομάδα Τερροριστών – Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς

Όταν το κεφάλαιο θεμελιώνει την οικουμενική του κυριαρχία στη διασπορά ενός αισθήματος σεβασμού για την ιδιοκτησία, και υποταγής στη μισθωτή εργασία (ως απαραβίαστη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της ιδιοκτησίας), τότε η απαλλοτρίωση πόρων μετατρέπεται σε καίριο επαναστατικό πλήγμα ακριβώς στον πυρήνα του.

Όσοι μιλούν για επανάσταση χωρίς να επιτίθενται στον νόμο της αξίας, την ιερότητα της ιδιοκτησίας, την ευτέλεια της μισθωτής σκλαβιάς και την κανονικότητα της εμπορευματικής κυκλοφορίας, αυτοί οι άνθρωποι αφήνουν στο απυρόβλητο την καρδιά του κόσμου του κεφαλαίου. Η επίθεση στις παραπάνω πραγματικότητες, εντός των οποίων η τάση της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης γίνεται πιο έκδηλη, διόλου τυχαία συνδέει ανθρώπους με πολύ διαφορετικές θεωρητικές αφετηρίες, οξύνοντας τις επαναστατικές προοπτικές. Δεν εκφράζουμε καμία εγγύτητα με άτομα που μνησίκακα συνταυτίζονται με θεσμικές ρητορικές, δικαιολογώντας την αυτομόλησή τους με γνωστές ευτράπελες προφάσεις, όπως «οι πρακτικές αυτές είναι μάταιες, αυτοκαταστροφικές και ατελέσφορες».

Η απαλλοτρίωση είναι η φωνή της εξέγερσης στο εδώ και στο τώρα. Αποτελεί μια μορφή συνολικής κριτικής και ρήξης με τις υπάρχουσες αξίες, και η εφαρμογή της θα συνεχίσει να συντονίζει τα βήματα των εξεγερμένων ανά τον κόσμο. Αν το κεφάλαιο μας διαχωρίζει, τότε μοναδική ευκαιρία να να το διαλύσουμε είναι η ενοποίηση των αρνήσεών μας σε κοινές προοπτικές.

Το μεσημέρι της 12ης Ιούνη 2019, σε απόπειρα απαλλοτρίωσης χρηματαποστολής που θα ανεφοδίαζε ΑΤΜ στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, στη Θεσσαλονίκη, αιχμαλωτίζονται οι σύντροφοι Γιάννης Δημητράκης και Κώστας Σακκάς, και η συντρόφισσα Δήμητρα Συριανού. Στα media αλωνίζουν τρομο-σενάρια περί «επαναστατικών ταμείων» ή «προπαρασκευαστικής κίνησης για τρομοκρατική ενέργεια», με την αντιτρομοκρατική να ενορχηστρώνει όλες αυτές τις ρητορικές. Ως μια ελάχιστη χειρονομία αλληλεγγύης με τα τρία αιχμάλωτα συντρόφια μας, κάποιο απ’ τα προηγούμενα βράδια κρεμάσαμε πανό και γράψαμε συνθήματα στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής.

Δύναμη στους αναρχικούς απαλλοτριωτές της χρηματαποστολής στο ΑΧΕΠΑ

Consumimur Igni
Συμβούλιο για τους σκοπούς της ανάφλεξης

ΥΓ.1: Να σταθούμε ανάχωμα στις φρονηματικές διώξεις που υφίστανται 20 πρώην και νυν πολιτικοί κρατούμενοι, με αφορμή την αλληλεγγύη που έδειξαν στον αναρχικό σύντροφο Ντίνο Γιαγτζόγλου, κατά τη βίαιη μεταγωγή του στη Λάρισα τον Φλεβάρη του 2018. Ο μαζικός ξεσηκωμός εντός του κολαστηρίου, καθώς και τα κείμενα που εξέφραζαν αλληλεγγύη, σηματοδότησαν την εκκίνηση δίωξης -έναν χρόνο αργότερα- με χαρακτηριστικά που ξεκάθαρα στοχοποιούν τα επαναστατικά φρονήματα. Στεκόμαστε δίπλα στα συντρόφια μας, ενάντια στα καθεστώτα εξαίρεσης.

ΥΓ.2: Γλυκιά λευτεριά και παντοτινή για τον αναρχικό δραπέτη Γιάννη Μιχαηλίδη. Κράτα γερά σύντροφε.

 

Χειρονομία αλληλεγγύης για τις/τους απεργούς πείνας στις ιταλικές φυλακές

Στις 29 Μάη 2019, οι αιχμάλωτες αναρχικές συντρόφισσες Anna Beniamino -με πρωτόδικη καταδίκη 17 ετών κάθειρξης για την υπόθεση Scripta Manent- και Silvia Ruggeri -προφυλακισμένη στα πλαίσια της πρόσφατης επιχείρησης Scintilla στο Τορίνο- ξεκινούν απεργία πείνας μέσα στα ιταλικά κολαστήρια. Διεκδικούν την απομάκρυνσή τους απ’ τον τομέα AS2, δηλαδή τον τομέα υψίστης ασφαλείας στη φυλακή L’ Aquila, όπως επίσης και την κατάργησή του.

23 ώρες πλήρους απομόνωσης ημερισίως, σε ένα κελί σχεδιασμένο ώστε μετά βίας να δέχεται το φως του ήλιου, με περιορισμένα επισκεπτήρια, με έλεγχο και λογοκρισία της αλληλογραφίας, δίχως δυνατότητα παρουσίας ακόμα και στο δικαστήριο, βλέπουμε την κατάσταση εξαίρεσης ωμά αποτυπωμένη και απολύτως ενσαρκωμένη σε αυτές τις συνθήκες εγκλεισμού.

Τον αγώνα των συντροφισσών στηρίζουν έμπρακτα και οι έγκλειστοι σύντροφοι Salvatore Vespertino, Giovanni Ghezzi, Alfredo Cospito, Marco Bisesti και Luca Dolce, ξεκινώντας και αυτοί απεργία πείνας.

Τα μεσολαβούντα χιλιόμετρα ανάμεσα σ’ εμάς και τα δοκιμαζόμενα συντρόφια μας σε όλον τον κόσμο δε θα σταθούν ποτέ αρκετά για να ολιγωρήσουμε. Τα μάτια μας δεν εξοκείλλουν στις ερήμους των κατακερματισμένων καθημερινών βιωμάτων λησμονώντας την αδιάκοπη αναζήτηση στιγμιοτύπων πολέμου. Τα μάτια μας και το σύνολο των αισθήσεών μας είναι πάντα στρατευμένα στη μεγάλη οικογένεια της ρήξης με το υπάρχον. Για όσες/ους έστω και μία στιγμή αισθάνθηκαν πως η μοναδική τους πατρίδα εμφανίστηκε σε μία στιγμή σύγκρουσης με ό,τι αυτός ο κόσμος εκπροσωπεί, για όσες/ους το μοναδικό τους σύνορο είναι αυτό που οι ίδιες/οι χάραξαν μεταξύ της υποτακτικής συναίνεσης και της ριψοκίνδυνης ανάληψης ενεργής συμμετοχής στον κοινωνικό πόλεμο, ο αγώνας που δίνει κάθε αναρχικό συντρόφι για έναν κοινό σκοπό είναι και δική τους υπόθεση.

Δεν παραγνωρίζουμε πως, καθώς οι ορέξεις των κρατών για σταθερότητα και εξομάλυνση των εσωτερικών αντιθέσεων αυξάνονται εκθετικά μαζί με την αμετροέπεια που τα διέπει διαπιστώνοντας την άμπωτη των ανατρεπτικών κινημάτων, κάθε δική μας υποχώρηση και ολιγωρία επιτείνει την τραχύτητα των κατασταλτικών χτυπημάτων. Η έλλειψη συνεκτικής στήριξης του αγώνα των Ιταλών συντροφισσών/φων θα προσφέρει απλά περισσότερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά στις επικείμενες αντιαναρχικές εκστρατείες ανά την υφήλιο, οι οποίες, απομακρύνοντας τις αμφιβολίες και του πλέον εθελότυφλου, αποδεικνύουν τη διεθνή φύση του πολέμου στον αποικειοποιημένο από το κεφάλαιο κόσμο. Να μην παραβλέπουμε πως τα συντρόφια διώκονται και δικάζονται πρώτα ως αναρχικές/οί, και ότι οι ίδιες καταστάσεις εξαίρεσης θα μας χτυπήσουν την πόρτα, όπως και στο παρελθόν όταν οι διεθνείς και εγχώριοι συσχετισμοί το απαιτήσουν.

Θέλοντας να στείλουμε την αμέριστη αλληλεγγύη μας στα συντρόφια μας στις ιταλικές φυλακές, κάποιο απ’ τα περασμένα βράδια βγήκαμε και βάψαμε συνθήματα στην περιοχή της Νέας Ιωνίας.

Consumimur Igni
Συμβούλιο για τους σκοπούς της ανάφλεξης

ΥΓ.: Δύναμη στους κρατούμενους στις φυλακές της Χιλής οι οποίοι βρίσκονταν για 14 μέρες σε απεργία πείνας ενάντια στην τροποποίηση του νόμου 321, που δυσχεραίνει τις συνθήκες εγκλεισμού τους. Ο αγώνας τους συνεχίζεται, με παρακώλυση των δραστηριοτήτων εντός των φυλακών.

Αφισάκι αλληλεγγύης για τον σύντροφο Σπύρο Χριστοδούλου

“Τρικυμισμένες φουρτούνες ζώνουν τις αρματωμένες ψυχές
που αλυχτάνε μες στα ερημωμένα πελάγη του ζόφου και της αλλοτρίωσης
Κολασμένες ιαχές αντηχούν απ’ τα μουσκεμένα βάθια
των μίζερων νεκροπόλεων που εμμονικά καταπίνουν κάθε τι ζωντανό κι ευγενές
Ένα άνθος τραβά τον δρόμο του ν’ αγγίξει τον ζωογόνο ουρανό
Ένα άνθος ποτισμένο από δάκρυα άχυτα και βουβές κραυγές
Άνθος αγκαλιασμένο από βλέμματα αποφασισμένα και σιωπές συνετές
Από ‘κείνες τις σιωπές που μαρτυρούν πως δε χρειάζεται πολλά λόγια η αξιοπρέπεια
παρά μόνο επιλογές ζωής και κεφάλι ψηλά
Μάτια φωτισμένα απ’ τον ήλιο της αιώνιας απόδρασης
Αισθήσεις φλογισμένες απ’ το πρωτοσπινθήρισμα της αιώνιας λευτεριάς”

ΣΠΥΡΟ ΓΕΡΑ ΩΣ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ
ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΚΑΤΕΡΓΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Νίκη στην απεργία πείνας του αναρχικού Σπύρου Χριστοδούλου
Ο αγώνας του συντρόφου είναι και αγώνας μας
Να είμαστε δίπλα του μέχρι τέλους
Να μην ξεχνάμε τον κοινωνικό πόλεμο που μαίνεται

Χειρονομία αλληλεγγύης για τον απεργό πείνας-δίψας Ντίνο Γιαγτζόγλου

“Ο πόλεμος μαίνεται / Δύναμη στον αναρχικό Ντίνο Γιαγτζόγλου”

Ἀγάπη πάντοτε κι ἀγῶνας θὰ σὲ πλάθουν καὶ θὰ δίνουν
νόημα στὸν πυρετὸ τῆς ὕπαρξής σου
Βύρων Λεοντάρης

Θεωρώντας τα επίμαχα για μας γεγονότα ήδη γνωστά στο κοινό της απεύθυνσής μας, αποφεύγουμε την τόσο στείρα απλή καταγραφή τους. Εξάλλου ποτέ δεν έλειψαν οι επιτετραμμένοι για ομόλογες δραστηριότητες, έχοντας φθάσει σε σημείο πλέον να θεωρείται μία απαραίτητη ειδίκευση στη διαδικασία αναπαραγωγής της επικαιρότητας. Εμείς, δε ζηλέψαμε ποτέ τους συγκεκριμένους ρόλους, μιας και έναντι της ενημέρωσης ή της διάδοσης των ειδήσεων επιδείξαμε υπερβάλλοντα ζήλο στην ερμηνεία και την εκτροπή τους. Γνωρίζουμε πως ο σύντροφός μας Ντίνος Γιαγτζόγλου βρίσκεται σε απεργία πείνας από τις 21 και δίψας από τις 25 του μηνός, στον απόηχο εισβολής ανδρείκελων της ΕΚΑΜ στο κελί του και βίαιης μεταγωγής του στις φυλακές της Λάρισας. Τώρα θέλουμε να μάθουμε τον προσήκοντα τρόπο απάντησης. Επιθυμούμε να δώσουμε στα αστυνομικά δελτία, στα ειδησεογραφικά πρακτορεία και τα εμπρόθετα ρεπορτάζ των 8, άφθονο υλικό για επεξεργασία, ανάλυση και διακίνηση, παρότι εμείς θα αποφύγουμε περιτέχνως κάθε συνδρομή στο έργο τους. Στηρίζουμε τις αναρχικές δράσεις αλληλεγγύης και τα σινιάλα συνενοχής στον αιχμάλωτο σύντροφο και με περίσσεια περηφάνια χαιρετίζουμε όλους τους ανώνυμους αδερφούς που, εντείνοντας τις εχθροπραξίες, διατηρούν πυρακτωμένα τα σχέδιά μας, θωρακίζοντάς τα ενάντια στην πλημμυρίδα της ματαιότητας.

Κανείς δε θα μας σώσει απ΄την έρημο
Μόνον αυτή στον εαυτό μας την υπόσχεση
πως θα πεθάνουμε εχθροί
Όρκο στη ζωή
Όσο υπάρχουν εκείνοι που χάνονται
για τους σκοπούς εκείνης
που άλλοι είπαν υπόθεση
κι εμείς ανάφλεξη.

στις συνωμοσίες που πέθαναν στη γέννα
σε ‘κείνους που λείπουν
σ’ όσους αιχμαλωτίστηκαν
σε ‘κείνους που δεν ξεχνούν
το χρώμα της φωτιάς

Semper Fi

Consumimur Igni
Συμβούλιο για τους σκοπούς της ανάφλεξης

Υ.γ: Να στηρίξουμε την Πορεία της Τρίτης 27/2 στις 6.00μμ